Στις 30 Ιανουαρίου τιμάμε τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών και Οικουμενικών δασκάλων, του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Για ποιο λόγο τιμούμε αυτούς Τους Πατέρες μαζί και γιατί και πότε θεωρείται γιορτή των γραμμάτων, της γνώσης και της πνευματικής καλλιέργεια, αναρτηθήκατε ποτέ;
Τον 11ο αιώνα ο επίσκοπος Ευχαϊτών της Μ. Ασίας, ο Ιωάννης Μαυρόπους, συνέταξε ακολουθία με σκοπό να τιμηθούν και οι τρεις άντρες μαζί, ως κήρυκες του μυστηρίου της Αγ. Τριάδος.
Το 1826, ο Άγγλος ευγενής Δημήτριος Φρειδερίκος Γκίλφορντ, βαπτισμένος Ορθόδοξος, ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας και του Α΄ Ελληνικού Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα, καθιέρωσε μαζί με τον καθηγητή Κωνσταντίνο Τυπάλδο, τον μετέπειτα ιδρυτή της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών, ως γιορτή της Ελληνικής και Επτανησιακής παιδείας.
Το 1842-43 το Πανεπιστήμιο Αθηνών καθιέρωσε για το ελεύθερο πια Ελληνικό κράτος τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών ως γιορτή της παιδείας.
Μιας παιδείας που πρέπει να εξυπηρετεί τον προορισμό του ανθρώπου. Δηλαδή την ανόρθωση του όλου ανθρώπου ως πρόσωπο.
Μια παιδεία όχι ανθρωπιστική, ούτε σκοταδιστική. Μια παιδεία που καλλιεργεί το αυτοσυναίσθημα και την ορθή γνώση του εαυτού μας, που δεν κάνει διάκριση μεταξύ υλικών και πνευματικών, ανοίγεται σε όλους τους τομείς, όλος ο άνθρωπος και η ζωή του γίνεται δεκτή, εφόσον μπορεί να ενταχθεί στην πραγματικότητα του Χριστού.
Ο δάσκαλος πρέπει να είναι ποιμένας, να κατευθύνει να οδηγεί, να μεταδίδει ζωή και όχι μόνο γνώσεις, παραδίδοντας τη σκυτάλη στους μαθητές του.
Οφείλει επίσης να δείχνει τον απέραντο σεβασμό για την προσωπικότητα τους, πατρική αγάπη και στοργή, που ξεπερνά πολλές φορές κι αυτή των φυσικών γονιών.
Το έργο, το ήθος, η αγωνιστικότητα, η υποδειγματική ζωή τους ως σπουδαστές, επιστήμονες, κοινωνικοί εργάτες, ποιμένες, δάσκαλοι ή καθοδηγητές, κληρικοί και καταξιωμένοι Χριστιανοί, μας δίνουν το μήνυμα πως μπορούμε να επιβιώσουμε, στην χωρίς «σύνορα» εποχή μας, όπως τυπικά ανάλογη υπήρξε και η εποχή των Τριών Ιεραρχών.
Ο Βασίλειος, γεννήθηκε στη Νεοκαισάρεια του Πόντου, το 330 μ.Χ. στα πρώτα χρόνια της ζωής του, πήρε εγκύκλια μαθήματα από τον δάσκαλο και ρήτορα πατέρα του. Στη συνέχεια πήγε στις περίφημες σχολές της Καισάρειας, στη μητρόπολη των γραμμάτων και της παιδείας και αργότερα στην Κωνσταντινούπολη για ανώτερες σπουδές. Το 351 μ.Χ. φθάνει στην Αθήνα και για τέσσερα χρόνια σπούδασε ρητορική, φιλοσοφία, γραμματική, νομική, διαλεκτική, αστρονομία, μουσική, γεωμετρία και ιατρική.
«Να μην ονειρεύεστε τα ανύπαρκτα, αλλά να οικονομείτε τα παρόντα για το κοινό καλό».
Εκεί συνάντησε το φίλο και συγκάτοικο Γρηγόριο το Θεολόγο και δημιούργησαν τον πρώτο φοιτητικό χριστιανικό Σύλλογο νέων, παρόλο που ακόμη δεν ήταν βαπτισμένοι χριστιανοί.
Ο Γρηγόριος, γεννήθηκε το 328 μ.Χ. στην Αριανζό της Καππαδοκίας κοντά στη Ναζιανζό, εξ’ ου και Ναζιανζηνός. Διδάχθηκε εγκύκλια γράμματα από συγγενείς του, συνέχισε σπουδές στην Καισάρεια και Αλεξάνδρεια και έπειτα στην Αθήνα μαζί με το Βασίλειο πήρε την ανώτατη εκπαίδευση. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές και λογοτέχνες όχι μόνο της Εκκλησίας, αλλά και όλων των εποχών.
«Όσοι ασχολείστε με τα γράμματα μην έχετε πολλή εμπιστοσύνη σ’ αυτά, ούτε να μαζεύετε γνώσεις περιττές και πέρα από το λόγο».
Ο Ιωάννης, γεννήθηκε στην Αντιόχεια μεταξύ των ετών 344-354 μ.Χ. Ο πατέρας του πέθανε λίγο πριν τη γέννησή του και την ανατροφή του την ανέλαβες εξολοκλήρου η μητέρα του. Ήταν γνώστης της ιουδαϊκής και της ελληνικής γραμματείας, άριστος ρήτορας και συγγραφέας. Άσκησε το δικηγορικό επάγγελμα, όμως η διδασκαλία του Ιησού ήταν η αφορμή να εγκαταλείψει το επάγγελμά του και να φοιτήσει στη θεολογική σχολή της Αντιόχειας.
«Είναι άξιο κοροϊδίας αν κάποιος έχει παρθένα τα γεννητικά του όργανα και δεν κρατά παρθένα τη γλώσσα, την όραση, την ακοή, τα χέρια και την καρδιά του».
Και οι τρεις τους υπήρξαν ανοιχτά μυαλά κι ελεύθεροι άνθρωποι. Τα κηρύγματά τους ήταν πρωτοποριακά όχι μόνο για την εποχή τους αλλά και για τις μέρες μας ακόμα.
Τα κοινωνικά προβλήματα, η αδικία, η εκμετάλλευση, η υποτίμηση της γυναίκας και η δουλεία, τους απασχόλησαν τόσο θεωρητικά όσο και πρακτικά.
Ας γίνει όνειρο του καθενός μας να μιμηθούμε το ήθος, την αγωνιστικότητα και τον τρόπο ζωή τους. Έτσι ίσως διατηρήσουμε την ταυτότητα μας, την προσωπικότητα μας, την οντότητα του να είσαι Έλληνας.
Καλλιόπη Γραμμένου