Θηλυκές φιγούρες! Αντιμέτωπος με τα όπλα τους…


Συγγραφικά μονοπάτια…



Χαμογέλασα και κάθισα μαζί τους. Τσουγκρίσαμε τα ποτήρια μας, ήπια το πρώτο φρέσκο τσίπουρο, ακολούθησε και δεύτερο, για ν’ αρχίσουμε όλοι στη συνέχεια να...


τσιμπάμε από τα πιάτα, προσπαθώντας να σβήσουμε ή έστω να περιορίσουμε τη φλόγα του ποτού που μας έκαιγε τα εντόσθια.


«Άντε λοιπόν να σε καλωσορίσουμε και επίσημα στο σπιτικό μας αγαπητέ Δωρόθεε», αναφώνησε ο Dr. και σήκωσε το ποτήρι.

Ακολουθήσαμε και οι δυο το πρόσταγμα του και τσουγκρίζοντας τα ποτήρια για πολλοστή φορά ευχηθήκαμε «υγεία» ο ένας στον άλλο.

«Η μέθη ελευθερώνει το μυαλό από φοβίες και αναστολές και οπλίζει τη γλώσσα με θράσος και μπόλικα σαρδάμ, φίλε. Συμφωνείς;»

Τον κοίταξα για λίγο καθώς σάλιωνε την άκρη του πούρου ρου, ήπια ένα τσίπουρο και ρίχνοντας μια κλεφτή ματιά στη Βαλίνα του απάντησα.

«Αν χάσεις όμως τον έλεγχο, εύχεσαι την επόμενη μέρα να μη θυμάται κανένας τα κατορθώματα σου».

«Καλά το πας, αλλά χρειάζεται και λίγο τρέλα στη ζωή. Κανείς άλλωστε δεν έμεινε στην ιστορία για την ήρεμη ζωή του», μου απάντησε ανάβοντας το πούρο.

Για μερικά λεπτά, το μόνο που ακουγότανε ήταν το θρόισμα των φύλλων και το χτύπημα των ποτηριών μας στο τραπέζι.

«Επειδή όμως οι φιλοσοφίες του πιοτού δεν τελειώνουν ποτέ και για να μην πάει στράφι η βραδιά, τι θέλεις να μάθεις για μένα;»

«Τα πάντα. Και για να μην παρεξηγηθώ, ό,τι έχει σχέση με το επάγγελμα σας, τις μεθόδους σας και μια ανάλυση αν είναι δυνατόν της μελέτης σας περί ερωτικών ενοχών», είπα και ήπια μονορούφι το τσίπουρο που μου είχε βάλει στο ποτήρι.

Μου πρόσφερε πούρο, ξαναγέμισε τα ποτήρια μας, η Βαλίνα μας είχε γυρίσει την πλάτη και χάζευε με το φως του φεγγαριού που έπεφτε στη θάλασσα, και όσο εγώ άναβα το πούρο, αυτός ξεφυσούσε με δύναμη και χάιδευε το πιγούνι του.

«Αναλύσεις δεν υπάρχουν, ούτε εξηγήσεις. Από μικρό παιδί έμαθα να λέω και να κάνω αυτό που αισθανόμουνα, βασιζόμενος πάντα στο ένστικτο της αυτοπροστασίας και της διαίσθησης. Και δόξα το Θεό, καθαρή την έβγαλα μέχρι τώρα. Πάντως απ’ ότι βλέπω, ο φίλος Αλέξανδρος, πρόλαβε και στα είπε όλα».

«Μα οι φίλοι γι’ αυτό είναι. Να σε ενημερώνουν και να σου δίνουν σωστές πληροφορίες για ό,τι σ’ ενδιαφέρει» του απάντησα με καμάρι, για να λάβω την κατάλληλη απάντηση.

«Δύσκολο στην εποχή μας οι φίλοι, αλλά αν κρίνω από τον Αλέξανδρο, μάλλον έχω να κάνω μ’ ένα ακόμα τρελοκομείο. Έτσι δε λένε; Δείξε μου το φίλο σου, να σου πω ποιος είσαι».

Ξέσπασα σε γέλια και μαζί με εμένα, ακολούθησαν και οι υπόλοιποι, μέχρι που άνοιξε το στοματάκι της η Βαλίνα.

«Από τρελό και από γέρο αλκοολικό που πίνει το τσίπουρο σα νερό, τι περιμένω η δόλια να δω;»

«Αυτό που μου αρέσει σ’ αυτή τη γυναίκα, είναι ότι εκεί που μιλάς σοβαρά, σου πετάει κάτι άσχετο και αντί να σε ξενερώσει σε γυρίζει στην πραγματικότητα», της είπε ο Λουκάς πιάνοντας την από το λαιμό και φιλώντας την στο στόμα.

«Θυμάμαι τη μάνα μου που μου έλεγε, καλύτερα να έχεις δίπλα σου γυναίκα μικρή και παρτσακλή, παρά μεγάλη και δεσποτική. Βέβαια, για να εμπεδώσω αυτά της τα λόγια και πολλά άλλα, χρειάστηκαν να περάσουν πολλά χρόνια και φυσικά πολλές θηλυκές φιγούρες από το κρεβάτι μου και τη ζωή μου. Γιατί, αν δεν δοκιμάσεις, αν δεν ζήσεις και αν δεν έρθεις αντιμέτωπος με τα χημικά όπλα μιας γυναίκας, δεν μπορείς να είσαι απόλυτος για τίποτα».

Έσκυψε το κεφάλι καθώς η Βαλίνα του χάιδεψε τα μαλλιά και το ακούμπησε βασανιστικά αργά για μένα, στα στήθη της…


(το βιβλίο «ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΠΙΣΤΙΑΣ» του Παύλου Ανδριά, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΙΑΜΒΟΣ, Χ. Τρικούπη 31, τηλ. 210-3300443)




Εγγραφή στο Newsletter μας

Please enable the javascript to submit this form

© 2004 - 2024 All Rights Reserved. | Φιλοξενία & Κατασκευή HostPlus LTD

hostplus 35