Το Σάββατο της Πεντηκοστής, λέγεται και ψυχοσάββατο του Μάη ή Σάββατο του Ρουσαλιού (από το λατινικό Rosaria).
Είναι το δεύτερο από τα δύο Ψυχοσάββατα του έτους (το πρώτο είναι πριν από την Κυριακή της Απόκρεω). Ο λόγος που το καθιέρωσε η Εκκλησία μας, παρ' ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι ο εξής: Επειδή πολλοί κατά καιρούς πέθαναν μικροί ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα ή στα όρη και τους κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτώχειας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσυνών, «οι θείοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν το μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων των άπ' αιώνος εύσεβώς τελευτησάντων Χριστιανών».
Τόσο οι Ρωμαίοι, όσο και οι Αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως οι ψυχές των πεθαμένων ορισμένες μέρες του χρόνου επανέρχονταν στον επάνω κόσμο και για να μην βλάπτουν τους ζωντανούς, πρέπει να εξιλεώνονται με διάφορες προσφορές. Όπως είναι τα κόλλυβα ή τεμάχια ψωμιού, τυριού και φαγητά που στέλνονται στην εκκλησία και στα μνήματα και μοιράζονται στους φτωχούς.
«Όλα τα Σάββατα να’ ρθουν και να περάσουν του Μάη το ψυχοσάββατο μην έρθει, μην περάσει!»
Μια από τις παραδόσεις τις Θράκης γι’ αυτό το Ψυχοσάββατο λέει ότι οι ψυχές δεν το θέλουν, γιατί την αυριανή μέρα θα πάνε πίσω στον τόπο τους και θα κλεισθούν μέσα και θα κλαίνε. Από το Πάσχα ως της Γονατιστής είναι έξω και κάθονται πάνω σε δέντρα και στα βλαστάρια του αμπελιού, γι΄ αυτό δε κόβουν ως τότε βλαστάρια, μήπως πέσουν οι ψυχές που είναι καθισμένες επάνω σ’ αυτά και κλάψουν. Δεν ξαραχνιάζουν, γιατί και εκεί κάθονται οι ψυχές, όπως και τα ρούχα τα μαζεύουν πριν τη δύση του ήλιου για να μην κάτσουν την νύχτα οι ψυχές. Αν τα ξεχάσουν δεν τα μαζεύουν και την άλλη μέρα το πρωί τα περνάνε με νερό.
Καλλιόπη Γραμμένου
Δημοσιογράφος- Παιδαγωγός