Μια γριά κάποτε της πονούσαν τα μάτια και πήρε ένα γιατρό με τη συμφωνία να τον πληρώσει στο τέλος. Ο γιατρός ερχόταν τακτικά στο σπίτι και της έβαζε στα μάτια της αλοιφή. Η γριά όμως κρατούσε κλειστά τα μάτια της κι ο γιατρός φεύγοντας της έκλεβε ένα- ένα τα πράγματα του νοικοκυριού της. Κι ως την ώρα που τη γιάτρεψε της είχε κλέψει όλα τα πράγματα.
Αλλά της ζητούσε τώρα και την αμοιβή. Η γριά δεν τον πλήρωνε κι εκείνος την οδήγησε στο δικαστήριο. «Συμφωνήσαμε να τον πληρώσω, απάντησε η γριά, αν μου γιατρέψει τα μάτια. Αυτός όμως με τη θεραπεία του με χειροτέρεψε, γιατί πρωτύτερα τα πράγματα του νοικοκυριού μου τα έβλεπα όλα, τώρα όμως δεν βλέπω κανένα».
Ο μύθος μας διδάσκει πως οι κατεργάρηδες άνθρωποι χωρίς να το νοιώθουν με την απληστία τους, αποδείχνουν την ενοχή τους.
«Αισώπου Μύθοι»