Στις 8 του Γενάρη της αγίας Δομινίκης ή Δόμνης, προστάτιδα των ετοιμόγεννων γυναικών και των μαμών, έχουμε τη μέρα της μαμής ή της μπάμπως. Όλα τα χωριά της Βόρειας κυρίως Ελλάδας γιορτάζουν την μέρα αυτή, με ένα συμπόσιο γυναικών που βρίσκονται σε ηλικία που μπορούν να αποκτήσουν παιδιά, που «τεκνώνουν».
Η Μπάμπω, στα αρχαία Βαυβώ ή Ιάμβη, ξεγεννούσε κάθε χρόνο το νέο Βρέφος Ίακχο ή Βάκχο.
Οι μεθυσμένες Θρακιώτισσες, με σκωπτικά και αισχρά άσματα προσφέρουν καρότα στην Μπάμπω ή Βαυβώ. Πρωί-πρωί οι γυναίκες με την ιδιότυπη ενδυμασία τους πηγαίνουν στο σπίτι της πιο ηλικιωμένης γυναίκας, της μπάμπως (μπάμπω= γριά ή μαμή), που είναι και το τιμώμενο πρόσωπο της μέρας, και, αφού τη βρέχουν με βασιλικό και τη βάζουν να τάξει, της προσφέρουν δώρα (σαπούνι, πετσέτες, και άλλα χρήσιμα στο έργο της).
Αρχικά κάθε γυναίκα έγκυος ή μη, που δεν έχει περάσει το όριο ηλικίας, χύνει νερό στα χέρια της μαμής που θα προετοιμαστεί για τη γέννα. Το μπακιράκι το κλωτσάει κι αν πέσει μπρούμυτα θα γεννήσει αγόρι ενώ αν πέσει ανάσκελα θα γεννήσει κορίτσι. Στη συνέχεια μπαίνουν μέσα στο σπίτι της μαμής, κάνουν μετάνοια και φιλούν το χέρι της λέγοντας: «Να με φέρεις ένα ( αγόρι ή κορίτσι ) γερό. Να’ σαι γερή κορίτσι μ’, να’ σαι καλά, απαντούσε η μπάμπω». Αν δεν είναι έγκυος η γυναίκα που της πλένει τα χέρια, τότε της καρφίτσωνε στο πέτο της κι ένα λουλούδι, λέγοντάς της να της φέρει ένα παιδί όμορφο όπως και το λουλούδι.
Ύστερα την τοποθετούν πάνω σε ένα αμάξι, κατάλληλα μετασκευασμένο και στολισμένο. Και τη γυρίζουν στους δρόμους του χωριού χορεύοντας στο ρυθμό της παραδοσιακής γκάιντας, καταλήγοντας στο καφενείο του χωριού από το οποίο έδιωχναν όλους τους άνδρες. Οι μόνοι οι οποίοι είχαν άσυλό, ήταν ο καφετζής και ο γκαϊντατζής ο οποίος με τον ήχο της γκάιντας του συνόδευε όλη την τελετή και θα έπαιζε όλη τη νύχτα κατά τη διάρκεια του γλεντιού. Το τραπέζι είναι μεγάλο, το κρασί και το ούζο αρκετό, ώστε οι γυναίκες μαζί με τη μαμή να γλεντήσουν με την ψυχή τους. Διηγούνται διάφορα ανέκδοτα που δεν επιτρεπόταν να τα ακούσει αυτί άντρα. Γιατί αλλιώς…. τον περιμένει κατάβρεγμα μέχρι το κόκαλο. Οι θρακιώτικοι χοροί, το Ζουναράδικο και η Μπαϊντούσκα έρχονται πρώτοι , και έπονται ο συρτός και ο καρσιλαμάς.
Οι άνδρες την ημέρα αυτή, μια και το επιβάλλει η παράδοση να λείπουν οι γυναίκες από το σπίτι, αναλαμβάνουν, από ανάγκη, τις διάφορες σπιτικές δουλειές, να φροντίσουν δηλαδή τα παιδιά, να προετοιμάσουν το πρόγευμά τους και να τα στείλουν στο σχολείο, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι την ημέρα αυτή οι γυναίκες παίρνουν στα χέρια τους τις εξουσίες του χωριού και οι άνδρες υποβιβάζονται.
Το έθιμο αυτό φαίνεται πως πρωτάρχισε με τιμώμενο πρόσωπο τη μαμή, που αποτελούσε αξιόλογο μέλος της κοινωνίας του χωριού, και από έλλειψη μαμή, τη θέση της πήρε η γεροντότερη γυναίκα του χωριού, τιμώντας έτσι και τις γονιμοποιές δυνάμεις της φύσης.
Τις ρίζες του εθίμου πρέπει να αναζητηθούν πολύ πιο παλιά στην αρχαιότητα. Εκεί είχαμε τα Θεσμοφόρια στην Αθήνα, ήταν γυναικεία και συνάμα αγροτική γιορτή, και τα «Αλώα» στην Ελευσίνα, στις αρχές Γενάρη. Η αισχρολογία και οι απεικονίσεις των γεννητικών οργάνων είναι χαρακτηριστικά όλων των γιορτών αυτών που αποσκοπούν στη γέννηση των ανθρώπων και των καρπών.
Καλλιόπη Γραμμένου
Δημοσιογράφος- Παιδαγωγός