Κάποτε ένας αετός χίμηξε και άρπαξε ένα αρνί. Μια καλιακούδα όμως που τον είδε, θέλησε να κάνει κι αυτή το ίδιο. Όρμησε λοιπόν με δύναμη πάνω στο κριάρι. Τα νύχια της όμως μπλέχτηκαν στα μαλλιά του και δεν μπορούσε να τα ξεπλέξει και τίναζε απελπισμένη τα φτερά της για να σωθεί.
Ο βοσκός είδε τι είχε γίνει και έτρεξε. Την έπιασε και της έκοψε τις άκρες των φτερούγων της και την πήγε στα παιδιά του. Τα παιδιά του τον ρώτησαν τι πουλί ήταν αυτό. Και αυτός απάντησε: «είναι καλιακούδα, αλλά θα ήθελε να είναι αετός».
Ο μύθος αυτός θέλει να μας πει πως όποιος θέλει να παραβγεί με τους ανωτέρους του, ταπεινώνεται. Και πάνω απ’ όλα γίνεται γελοίος.
«Αισώπου Μύθοι»