Εδώ και ώρα το φως έχει δώσει τη θέση του στο σκοτάδι...
Το φως του φεγγαριού ασθενικό, ίσα που διαπερνάει τα πυκνά σύννεφα. Κι εγώ, μόνη, κοιτάζω το λευκό μάρμαρο που κρύβει στην αγκαλιά του εσένα που υπήρξες έρωτας και τύραννός μου μαζί.Με αργές κινήσεις ξετυλίγω απ’ το λαιμό μου το μαύρο εκείνο φουλάρι με τα κόκκινα τριαντάφυλλα και με αργές κινήσεις αρχίζω να το κόβω σε λωρίδες.
Ένα για σένα… ένα για μένα… ένα για μας!
Καημενούλα μου τι κακό σε βρήκε! ψεύτικα τα λόγια της παρηγοριάς και δεν τα θέλω.
Μπροστά μου “βλέπω” ξανά το χαμόγελό σου, τη σιγουριά και την αυτοπεποίθηση στο βλέμμα σου… σαν ταινία περνούν από μπροστά μου οι ατέλειωτες ώρες μοναξιάς.
Τότε που περίμενα ν’ ακούσω το κλειδί σου στην πόρτα…
Τότε που περίμενα μια τρυφερή κουβέντα, ένα άγγιγμα, ένα χάδι, ένα φιλί …
Μα έπεφτα πάνω σε τοίχο!
Δίχως εμένα πώς θα ζήσεις; Εγώ κυλώ μέσα στο αίμα σου…! πόσο αλαζόνας υπήρξες, καλέ μου.
Δεν έχεις ζωή… δεν έχεις ζωή χωρίς εμένα!
Αχ, αυτά σου τα λόγια!.
Πόσο λάθος κάνεις! η ψυχή μου φωνάζει κι ας μένουν τα χείλη μου κλειστά. Εγώ, μάτια μου, θα ζήσω κόντρα σε ταμπέλες κι ετικέτες με συντροφιά έναν άνεμο αλήτη… χρώμα στη ζωή μου θα βάλω… όπως εγώ ονειρεύτηκα… ΘΑ ΖΗΣΩ!!!
Βγάζω το μαύρο μου παλτό και το ακουμπώ πάνω στο μνήμα σου.
«Κάνει κρύο τις νύχτες!» λέω μόνο.
Κι απομακρύνομαι δίχως να κοιτάξω πίσω μου.
Μια μικρή σχισμή ανοίγεται στον ουρανό… και μια φεγγαροαχτίδα τόση δα ρίχνει φως στο μονοπάτι.
Ώρα σιωπής.
Copyright, Σμαραγδή Μητροπούλου, 2017