Εγγύτητα, κατανόηση, ζεστασιά, φροντίδα, αποδοχή...
ενθάρρυνση, αυτονομία, αυτοέκφραση… Μερικές από τις βασικές ανάγκες που όλοι ζητάμε να ικανοποιούνται μέσα απ’ τις σχέσεις μας (είτε είναι φιλικές, οικογενειακές και κοινωνικές είτε, κυρίως, προσωπικές), ανάγκες που θα μπορούσαμε να τις ικανοποιούμε αν οι σχέσεις μας ”άντεχαν” την εγγύτητα αλλά και την… απόσταση που όλοι χρειαζόμαστε, σε διαφορετικό βαθμό ο καθένας, με τους άλλους ανθρώπους.”Νερό και αέρας” για τις σχέσεις είναι το αυτονόητο μεν, αλλά όχι και τόσο απλό τελικά: το να ακούμε και να μιλάμε -ή να ξέρουμε πότε να μη μιλάμε-, δηλαδή αυτό που ονομάζουμε ουσιαστική επικοινωνία.
Μια ”ακροβασία” ανάμεσα σε όσα λέμε και σε όσα δεν λέμε, σε όσα ακούμε και σε όσα… πέφτουν κάτω, μια ικανότητα που καλλιεργείται και βελτιώνεται, αν ο καθένας από μας αποδεχτεί και αναλάβει προσωπικά την ευθύνη και αντιμετωπίσει αυτή τη διαδικασία όχι ως ”αγώνα δύναμης” για το ποιες απόψεις, οι δικές μας ή του ”αντιπάλου”, θα υπερισχύσουν, αλλά ως διαδικασία με στόχο την αυτοέκφραση και την αμοιβαία κατανόηση, με όφελος και για τις δύο πλευρές.
Το ζητούμενο είναι αυτό που επιστημονικά λέγεται ”ενσυναίσθηση”, δηλαδή το να μπορούμε να βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια του άλλου, να κατανοούμε τη θέση και τα συναισθήματά του, ώστε να ανταποκρινόμαστε ανάλογα.
Ωστόσο, βασικός ”κανόνας” στην επικοινωνία είναι ότι ”το μήνυμα που στέλνουμε δεν είναι πάντα το μήνυμα που λαμβάνεται”. Εμπόδια στην επικοινωνία συνήθως αποτελούν:
– Ο ”εγωκεντρισμός” μας, η επικέντρωση μόνο στον εαυτό μας και στις δικές μας ανάγκες.
– Οι προκατειλημμένες ερμηνείες μας για τη συμπεριφορά του άλλου και η παρερμηνεία των κινήτρων του, που έχουν τη δύναμη να αλλάζουν το νόημα των όσων λέγονται και να οδηγούν σε λάθος δρόμο τις αντιδράσεις μας (ένα φαινόμενο που ονομάζεται ”αυτοεκπληρούμενη προφητεία”: οι αντιλήψεις και οι προσδοκίες μας ”στιγματίζουν” τους άλλους ανθρώπους και έχουν τη ”μαγική” ικανότητα να επηρεάζουν αρνητικά τη συμπεριφορά τους –αν πιστεύεις ότι ο σύντροφός σου είναι π.χ. ανεύθυνος και τον αντιμετωπίζεις σαν να είναι έτσι στην πραγματικότητα, μπορεί να τον δεις σιγά σιγά να μετατρέπεται πράγματι σε ανεύθυνο! Ποιος ο λόγος να προσπαθεί για κάτι άλλο;).
– Η ”αρνητική ετικετοποίηση” (το να δίνουμε έναν μόνιμο αρνητικό χαρακτηρισμό-ταμπέλα στον άλλο ως μέρος της προσωπικότητάς του) που δεν μας αφήνει να ακούσουμε και να μιλήσουμε με καθαρό μυαλό. Το ίδιο και οι απόλυτες και παντοδύναμες λέξεις ”ποτέ” και ”πάντα”, οι οποίες μας κάνουν να βλέπουμε τις παρούσες δυσάρεστες καταστάσεις ως μόνιμες και να παραβλέπουμε όλες τις φορές που τα πράγματα δεν έγιναν έτσι.
– Η μη αποδοχή του δικού μας μεριδίου ευθύνης για τη βελτίωση της επικοινωνίας και της σχέσης γενικότερα.
– Η… μαντική μας ικανότητα να ”διαβάζουμε τη σκέψη” του άλλου (”ξέρω τι υπονοούσε κατά βάθος, αν και δεν το είπε”), ή αντίθετα η ”απαίτηση” από τον άλλο να διαβάζει εκείνος τη σκέψη μας (”θα ’πρεπε να ξέρει, αντί να χρειάζεται να του το πω”).
– Η κριτική διάθεση προς τους άλλους, η μη αποδοχή της διαφορετικότητάς τους.
– Ο ανταγωνισμός στη σχέση (η ”μάχη για τη νίκη”).
– Οι δυσλειτουργικές στάσεις μας όπως η απελπισία (”δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι όσο κι αν προσπαθήσω”), ο φόβος οικειότητας, απόρριψης ή αρνητικών συνεπειών (π.χ. ”αν εκφράσω τις απόψεις και τα συναισθήματά μου ο άλλος μπορεί να το εκμεταλλευτεί ή να με εγκαταλείψει”).
– Τα έντονα συναισθήματα (π.χ. άγχος, θυμός, κατάθλιψη) που κλείνουν τα μάτια και τ’ αφτιά μας απέναντι σε οτιδήποτε άλλο.
– Η επιλογή ακατάλληλης στιγμής / χώρου / συνθηκών.
Τι μπορεί μας να βοηθήσει να βελτιώσουμε τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούμε με τους άλλους, κυρίως τους σημαντικούς για μας ανθρώπους, και κατ’ επέκταση και τις σχέσεις μας, να αποφεύγουμε τις άτυχες κουβέντες, που μετά τις μετανιώνουμε, και τη διαιώνιση των αδιέξοδων συγκρούσεων;
Όταν είσαι στη θέση του ομιλητή:
– Η χρήση του α΄ ενικού προσώπου (μίλα για τον εαυτό σου και την υποκειμενική σου γνώμη).
– Επισήμανε το γεγονός ή τη συμπεριφορά του άλλου χωρίς κριτική και αξιολόγηση, απόφυγε την απόδοση ευθυνών αυτή τη στιγμή.
– Μίλησε για το συναίσθημά σου, για την υποκειμενική εμπειρία σου, είναι κάτι που κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει ή να θυμώσει γι’ αυτό.
– Πες ακριβώς τι θα ήθελες να γίνει, να αλλάξει (προσδιόρισε στον άλλο ποιες πράξεις και συμπεριφορές εκφράζουν για σένα ενδιαφέρον, φροντίδα, εκτίμηση, αποδοχή, ή ό,τι άλλο θα ήθελες τη δεδομένη στιγμή).
– Συμπλήρωσε τα κενά στην παρακάτω φράση και μάθε να τη χρησιμοποιείς όσο το δυνατόν περισσότερο: Όταν… (περιγραφή των γεγονότων) τότε… (οι συνέπειες για σένα) νιώθω… (το συναίσθημά σου χωρίς να κατηγορείς τον άλλο) προτιμώ… (τι θα ήθελες να γίνει και ποια θα ήταν τα οφέλη για τη σχέση).
– Επικεντρώσου στο παρόν και στη συγκεκριμένη κατάσταση, μη θυμηθείς όλα τα παράπονά σου τώρα!
– Δείξε ότι νοιάζεσαι και σέβεσαι, έτσι είναι πιο πιθανό και ο άλλος να νιώσει λιγότερο απειλημένος και να σε ακούσει με ενδιαφέρον και σεβασμό (βρες και κάτι θετικό να πεις για τον άλλο ή για την κατάσταση, εφόσον είναι αληθινό).
– Προσπάθησε να μην είσαι απόλυτος και να αποφεύγεις το ”ποτέ” και το ”πάντα”: αυτοί οι χαρακτηρισμοί ποτέ δεν είναι αλήθεια και πάντα δημιουργούν αρνητικό κλίμα, αφού αναγκάζουν τον άλλο να αμυνθεί ή να επιτεθεί. Μην του βάζεις ”ετικέτες”, γιατί μπορεί να τις υιοθετήσει.
Όταν είσαι στη θέση του ακροατή:
– Οι άνθρωποι τείνουν να μιλάνε γι’ αυτά που οι άλλοι ακούνε προσεκτικά και αποφεύγουν να μιλήσουν γι’ αυτά που οι άλλοι αποφεύγουν ν’ ακούσουν. Γι’ αυτό δείξε με κάθε τρόπο ότι ακούς (διατήρησε την οπτική επαφή και την κατάλληλη στάση σώματος, κάνε διευκρινιστικές ερωτήσεις χωρίς σχόλια, πες με δικά σου λόγια αυτά που άκουσες, για να δεις και να δείξεις τι κατάλαβες).
– Μη διακόπτεις.
– Μη ”διαβάζεις το μυαλό του άλλου”, μη βγάζεις συμπεράσματα που δεν ειπώθηκαν, μην ”ακούς πίσω απ’ τις λέξεις”. Μην υποθέτεις, ρώτα!
– Αν ο άλλος σου επιτίθεται, προσπάθησε να καταλάβεις πώς νιώθει για να έχει αυτή τη συμπεριφορά (πιθανώς αν σε πληγώνει να αισθάνεται κι εκείνος πληγωμένος από σένα) και να ”αντέξεις” την ένταση που νιώθει μέσα του. Αγνόησε τις αρνητικές δηλώσεις του και επικεντρώσου στην αιτία και στο νόημά τους (τι κάνει τον άλλο να μιλά έτσι, πώς μπορεί να νιώθει;).
– Βρες κάποια σημεία με τα οποία μπορείς να συμφωνήσεις απ’ αυτά που άκουσες, ακόμα κι αν σε γενικές γραμμές διαφωνείς κάθετα.
Και λίγα λόγια για την επικοινωνία χωρίς λόγια: η παρατήρηση της ”μη λεκτικής επικοινωνίας”, δηλαδή οι διακοπές στην οπτική επαφή απ’ την πλευρά του άλλου, οι αλλαγές στο ρυθμό ή στην ένταση της φωνής, τα κομπιάσματα ή άλλες αλλαγές στη στάση του σώματος (π.χ. απομάκρυνση, νευρικές κινήσεις) μπορούν να μας δώσουν κάποιες ενδείξεις (αλλά μόνο ενδείξεις, που χρειάζεται να τις επιβεβαιώσουμε και λεκτικά) για το ”πού βρίσκεται” και πώς νιώθει γι’ αυτά που λέγονται.
Τέλος, όταν υπάρχουν τόσο έντονα συναισθήματα που δεν αφήνουν χώρο για να μιλήσουμε και κυρίως για ν’ ακούσουμε, η προσυμφωνημένη ”αμοιβαία παύση” της επικοινωνίας, χρησιμοποιώντας τις ”χρωματιστές ζώνες συναισθημάτων”, μπορεί να μας βοηθήσει να διατηρήσουμε ακέραιη τη σχέση και να δοκιμάσουμε αργότερα να συνεχίσουμε τη συζήτηση (βλ. ”Θυμός: πώς να τον χρησιμοποιήσετε προς όφελός σας”).
Άλλωστε, συχνά το πιο εποικοδομητικό στοιχείο της επικοινωνίας μπορεί να είναι η σιωπή.
της Ευθυμίας Παυλάτου, Κλινική Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια