Τα Καβείρια μυστήρια ήταν οι θρησκευτικές τελετές που γινόντουσαν προς τιμή των Καβείρων, πιθανολογείται να ήταν πελασγικής, Φρυγικής ή Φοινικικής προέλευσης και τελούνταν στα ιερά των Καβείρων.
Αποτελούνταν από διάφορους βαθμούς μύησης και διαιρούνταν σε Μικρά και Μεγάλα Μυστήρια. Αν και η λατρεία τους ήταν σχεδόν εξαπλωμένη σε όλη την Ελλάδα όπως και στην Μικρά Ασία, υπάρχουν λίγα στοιχεία γι’ αυτά τα Μυστήρια. Η μεγαλύτερη εξάπλωση αυτών των Μυστηρίων άρχισε τον 3ο π.Χ. αιώνα, οπότε και ευνοήθηκαν από τη Μακεδονική πολιτική.
Η Μύηση
Στα Καβείρια Μυστήρια, η μύηση εστιαζόταν κυρίως στα περί γενέσεως και λιγότερο στα περί θανάτου, όπως γινόταν κυρίως στα Ελευσίνια Μυστήρια. Σε κανένα σημείο της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας δεν υπάρχει συσχέτιση των Καβειρίων Μυστηρίων με διδασκαλία περί μετεμψύχωσης και αθανασίας της ψυχής. Ούτε από τα μέχρι στιγμής ευρήματα των ανασκαφών, προκύπτει συσχέτιση των Καβειρίων με την μετεμψύχωση.
Η μύηση γινόταν όταν η ομάδα ή το άτομο αποφάσιζε να παρουσιαστεί στους θεούς και όχι μόνο κατά την εποχή των εορτών. Κάτι αντίστοιχο δηλαδή με τη χριστιανική βάπτιση. Σύμφωνα με τον Θέωνα η μύηση στα Καβείρια αποτελούνταν από πέντε μέρη που είναι τα εξής: Καθαρμός, Παράδοση της τελετής, Εποπτεία, Ανάδεση στεφάνων, Τελειοποίηση και ευδαιμονία.
Όσοι μυούνταν στα μυστήρια των Καβείρων έλεγαν πως αποκτούσαν τη δύναμη να αποφεύγουν τους κινδύνους, να πετυχαίνουν στις πιο αβέβαιες προσπάθειες και να νικούν τους εχθρούς.
Στα μυστήρια αυτά μυούνταν άντρες, γυναίκες και παιδιά τη νύχτα, αφού προηγουμένως καθαρίζονταν και πλένονταν. Κατά τη μύηση έβαζαν τον υποψήφιο πάνω σε θρόνο γι’ αυτό και η μύηση ονομαζόταν θρονισμός. Στο κεφάλι του μυούμενου έβαζαν στεφάνι ελιάς και γύρω από την κοιλιά μία κόκκινη λωρίδα που θα τον προφύλαγε από κάθε κίνδυνο. Μετά έπρεπε να κάνουν νηστεία. Παράλληλα, τους υποχρέωναν να παρουσιάσουν και τον κηδεμόνα τους για να βεβαιώσει πως είχαν καλή διαγωγή και για να εγγυηθεί για αυτούς στο μέλλον. Στη συνέχεια ακολουθούσε ο ιερός χορός, όπου οι μυημένοι χόρευαν γύρω του.
Στο τέλος, οι μυούμενοι ορκίζονταν πως θα κάνουν ενάρετη ζωή και πως θα τηρήσουν για πάντα αυτά τα μυστικά. Από αυτό το τυπικό περνούσαν όλοι, όποια θέση και αν κατείχαν. Όσο καιρό διαρκούσαν οι μυστηριώδεις γιορτές των Καβείρων, έσβηναν όλες τις φωτιές και άναβαν μια καινούργια με τον ιερό πυρσό που έφερναν από τη Δήλο.
Εκείνοι που επρόκειτο να μυηθούν εξομολογούνταν τα αμαρτήματά τους στον ιερέα που ονομαζόταν Κόης ή Κοίης επίσης υπήρχαν και οι Ανακτοτελεστές που αποφάσιζαν ποιοι απ’ αυτούς που προσέρχονταν ήταν άξιοι να μυηθούν και η Λουτροφόρος που ήταν ιέρεια υπεύθυνη για τους καθαρμούς των υποψηφίων. Οι μυήσεις γίνονταν σε ορισμένη εποχή του χρόνου και διαρκούσαν εννέα ημέρες.
Η Λατρεία
Η θρησκεία των Καβείρων και οι μυστηριώδεις ιεροτελεστίες τους ενέπνεαν παντού τον φόβο και τον τρόμο, επειδή θεωρούσαν πως οι Κάβειροι ήταν πολύ σκληροί όταν επέβαλλαν τιμωρίες. Όποτε ξεσπούσε η οργή των Καβείρων, τα αποτελέσματα ήταν φρικτά.
Στη Θήβα και την Ανθηδόνα
Η λατρεία των Καβείρων στη Θήβα και την Ανθηδόνα δεν είχε ανήθικους σκοπούς, όπως πιστεύουν συνήθως. Ήταν μια λατρεία για τις τοπικές θεότητες, που γινόταν με ιδιαίτερο και μυστηριώδη τρόπο. Ο σκοπός εκείνων που ήθελαν να μυηθούν ήταν να αποκτήσουν την εύνοια των Καβείρων. Τους θεωρούσαν κατά κάποιο τρόπο μικρούς θεούς (σαν τους αγίους στη σημερινή εποχή) που μπορούσαν να μεσολαβήσουν στους άλλους θεούς για να εκπληρωθούν οι επιθυμίες τους.
Πολίτες από τη Ναύπακτο, που τόλμησαν να μιμηθούν όσα γίνονταν στη Θήβα, τιμωρήθηκαν άμεσα και σκληρά. Μακεδόνες στρατιώτες που, μετά την καταστροφή της Θήβας από τον Αλέξανδρο, τόλμησαν να μπουν στο ιερό των Καβείρων, χτυπήθηκαν από κεραυνούς και αστραπές, και πέθαναν. Ανάλογη τύχη είχαν και οι οπλίτες του Μαρδόνιου που τόλμησαν να μπουν στο ναό την εποχή της περσικής επιδρομής. Έχασαν τα λογικά τους και έπεσαν από τον γκρεμό στη θάλασσα.
Στη Βοιωτία η λατρεία τους διακόπηκε για κάποιο χρονικό διάστημα μετά τον πόλεμο των Επιγόνων επειδή, μετά την άλωση της Θήβας, οι Κάβειροι απελάθηκαν από τους Αργείους. Ανανεώθηκε από την Πελάργη, κόρη του Ποντέα, και τον σύζυγό της Ισθιάδη, που σύστησαν πάλι τη λατρεία και μετέφεραν την έδρα της σε κάποιο χωριό με το όνομα Αλεξιάρους. Εκεί μαζεύτηκαν ο Τηλώνδας και όσοι άλλοι ζούσαν από το γένος των Καβείρων και έκαναν γιορτές για να τιμήσουν την επιστροφή των Καβείρων από την εξορία.
Στη Λήμνο
Οι δημόσιες τελετές ήταν περίπου ίδιες με εκείνες των άλλων ιερών. Έτσι γινόταν θυσίες ζώων στους θεούς, σπονδές, προσευχές και αφιερώματα.
Το σημαντικότερο γεγονός ήταν η γιορτή της πορφυρίας όπου ζωντάνευε η ανακάλυψη της φωτιάς που όπως θέλει η παράδοση έγινε στην ίδια τη Λήμνο.
Οι συντεχνίες των μεταλλουργών έπαιζαν ιδιαίτερο ρόλο. Ανέβαιναν στο όρος Μόσυχλο όπου άναβαν καθαρή και αμόλυντη φλόγα με ένα χαλκείο, δηλαδή ένα χάλκινο κάτοπτρο που κρατούσαν απέναντι στον ήλιο, κάτι δηλαδή σαν τη σημερινή αφή της Ολυμπιακής φλόγας.
Μετά το 175 π.Χ. που η Λήμνος έγινε μέλος της Συμμαχίας της Δήλου το νέο φως το έπαιρναν από το ιερό της Δήλου.Επί εννιά μέρες έσβηναν όλες τις φωτιές του νησιού και έστελναν στη Δήλο ένα πλοίο να φέρει το νέο φως. Κατά την περίοδο της αναμονής οι κάτοικοι επικαλούντο τους χθόνιους θεούς έως ότου έφτανε το πλοίο και ο Ήφαιστος θριάμβευε.
Στη Ρώμη
Στη Ρώμη τιμούσαν τους Κάβειρους ως εφέστιες θεότητες που η λατρεία τους μεταφέρθηκε από τη Φρυγία, όπου βρισκόταν και το βουνό που λεγόταν Κάβειρος.
Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CE%B1%CE%B2%CE%B5%CE%AF%CF%81%CE%B9%CE%B1_%CE%BC%CF%85%CF%83%CF%84%CE%AE%CF%81%CE%B9%CE%B1