«Το κρυμμένο θαύμα», της Στέλλας Βερτινάκη: «Προσέγγιση» στο ποιητικό της έργο, από την Όλγα Αχειμάστου

«Το κρυμμένο θαύμα», της Στέλλας Βερτινάκη: «Προσέγγιση» στο ποιητικό της έργο, από την Όλγα Αχειμάστου

Ένα θαύμα που το έκρυβε καιρό και δύο φορές το πραγματοποίησε, όπως λέει και πιστεύω, γεννώντας δύο λεβέντες... και μια φορά μια κόρη. Και έπιασε το χτενάκι, τα ταφταδένια φορεματάκι να την στολίσει, να μας την φέρει να την καμαρώσουμε. Και να τη λοιπόν: «Το κρυμμένο θαύμα»!

Ανοίγοντας, ακόμη, το βιβλίο σ’ αγκαλιάζει αυτή η διάθεση της συγγραφέως ποιήτριας Στέλλας Βερτινάκη να κεράσει την ψυχή της, σαν σε αδέλφια της, με αγάπη και αλήθεια. Σελίδα 15

Ζωή

…Τρέχει η ζωή

Άπλωσε το χέρι

Φεύγει

Φεύγει σου λέω!!!

Αυτό το περήφανο άτι, πόσα θα πέρασε για να κλείσει μέσα σε 22 λέξεις, τέτοια δυνατή προτροπή με παρομοιώσεις… με πόδια αστραπές και μιλιά βροντές για να δηλώσει, Τρέχει η Ζωή… Το νοιώθεις, τη νοιάζει μη χάσεις την ώρα σου με ψεύτικα διλλήματα, παρά μόνον, να ζήσεις. Να ζήσεις αληθινά.

Και γυρνώντας απλώς στη σελίδα 16, το μώβ πλημμυρίζει τη λίμνη και τη ματιά σου και η ποίηση στη πένα της γίνεται εργαλείο να ψάξεις. Στην αρχή νομίζεις ότι ψάχνεις εκείνη. Καταλαβαίνεις όμως ότι, δικό σου ψυχανάγνωσμα κάνεις.

Η ποιήτρια, δεν χρησιμοποιεί ιδιαίτερα πολλά επίθετα. Το προσωπικό είδος γραφής της όμως, χαρακτηρίζει την ποίησή της λυρική. Λυρική και ψυχαγνωστική, με δυνατές εικόνες, που σαν ζωγράφος χρωματίζει με το «βλέμμα της», κάνοντάς το χρωστήρα και αυτό, σαν θαύμα γίνεται πένα. Χρησιμοποιεί σαν όπλα της αρχέγονα μαγικά γεγονότα που κρίνουν τον δρόμο του Έλληνα από DNA. Λέει στο ποίημά της στη Σελίδα 17

Ναύπλιο

… Η ονειρική πόλη, μάρτυρας αναποφάσιστος

χρόνια προσπαθεί να δικάσει

να κρίνει, να ελευθερώσει.

…Μα πιά, δεν προλαβαίνω

γι’ άλλους φόβους.

Εξώ από τον Άη Σπυρίδωνα

θα κοινωνήσω τον όρκο μου.

Εγώ θα κυβερνήσω

τη δική μου Ζωή

Παρότι γραμματικά δεν είναι σωστό το κεφαλαίο εν μέσω γραμμής, βάζει λάβαρο στην απόφασή της χρησιμοποιώντας το «ποιητική αδεία» στεφανώνοντας την ζωή κύριο όνομα και έννοια. Και μόλις στη σελίδα 18 συναντάμε το πρώτο ποίημα με πλεχτή ομοιοκαταληξία. Με υπέροχες παρομοιώσει στολίζει την πίστη της και την ομολογεί σχεδόν παντού με ανείπωτη φαντασία. Και φορώντας ένα σταυρό από σύννεφο, βουτάει στον ακριβό και κρυφό εαυτό της. Κι εκείνη άγρυπνη γιορτάζει τον έρωτα και ξορκίζει τις πεποιθήσεις που όλοι φορέσαμε στεφάνι και το κάναμε γιορντάνι μας. Σελίδα 19

Μα μη λες μ’ αγαπάς

οι αγάπες τελειώνουν..

Και την ίδια στιγμή σαν γυναίκα δημιουργός δηλώνει με παρρησία και περισσή αγάπη…

Δωσ’ μου λίγη ψυχή, το «μαζί» με τρελαίνει

ας σβηστούν τα έγω να μην είμαστε ξένοι

κι ότι θέλεις να πεις, πες το μ’ ένα σου χάδι

βάλε στ’ αύριο φωτιά να καεί το σκοτάδι!

Ένα όμορφο τραγούδι ξεδιπλώνεται στην σελίδα 20 Όπου κι αν πας. Τι κρίμα να μην είμαι μουσικός να το ντύσω. Αν γίνει ποτέ, το λόγο μου έχει θα στο τραγουδήσω.

Όπου κι αν πας

Μια βροχή, από εκείνες που ξυπνούν τα καλοκαίρια,

ένα χαρτί, τσαλακωμένο μεσ’ τα δυό μου τα χέρια…

ένα γιατί, σαν τατουάζ πάντα στο στήθος μου φτιαγμένο…

μια φυλακή, που ‘χτισα μόνη μου για να σε περιμένω…

Όπου κι αν πας,

θα είσαι πάντα σα βιολί χωρίς δοξάρι…

Θα λες πως ζεις,

μα η ζωή σου ειν’ εδώ ποιος να στη πάρει…

Στην σελίδα 21 το πάλι εγώ θα φύγω εμένα φαντάζει στα μάτια μου, στην αντιληπτική μου συνείδηση σαν δυο όμορφα ποιήματα.

Εκδηλώνεται δυνατά, δίχως φόβο και πάθος κι ακολουθεί τις ρίζες της καρδιάς της, σαν τραίνο που έχει αναπτύξει όλη του την ταχύτητα και απασφαλίζει τους φόβους της, σαν τον καπνό που αφήνει η ατμομηχανή στον αέρα κι αγκιστρώνεται δυνατά απ’ το συναίσθημά της. Ο βατραχάκος, το χαμηλά δεν μπορώ να πετάω, το δυνατά σ’ αγαπάω, η φωτιά, είναι ποιήματα έτοιμοι στίχοι και προδίδουν την λαμπρή καταγωγή της ποιήτριάς μας, την Κρητική της φλέβα, που δίνει την χαρά και την χάρη του στιχουργήματος στους φέροντας αυτό το DNA. Με συνθήκες ετερόκλητες και αρκετά ασυναίρετα ρήματα αγαπά να εκτίθεται με θάρρος και παρρησία, γιατί εκείνη τολμά να ονειρεύεται. Λέει στη σελίδα 27 στο «Μα για πες μου»

Τι ικανοποιεί το ανικανοποίητο;

Τι θανατώνει το αθάνατο;

Τι επαληθεύει το αναληθές;

Το όνειρο

που κανείς ποτέ δεν τόλμησε να ονειρευτεί.

Αχ Στέλλα τα «λ» του ονόματός σου με περιχύνουν φως και ανακαλώ όλα τα κλεισμένα θέματα, που οι πιο εσώτεροι φλοιοί τους αναδύονται στην επιφάνεια. Σελίδα 18 «Λίγο»

Έπρεπε να ζήσω

και σε ζωγράφισα

σε μια ρωγμή

του καθρέφτη

Μισός χώρεσες.

Και ξέρεις,

ποτέ δεν τα πήγαινα καλά

με το λίγο.

Ένα βιβλίο γεμάτο ξόβεργες, που βρίσκει το πουλάκι της ψυχής σου και το τσακώνει να μπεις στον πειρασμό να το δείς, να του γιάνεις την φτερούγα και να το λευτερώσεις να πετάξει. Και συνειδητοποιείς ότι αυτή η ποίηση είναι φτιαγμένη σαν ελιξίριο, σαν Ιπποκράτειο φαρμακάκι. Και ένα τέτοιο είναι αυτό, που ε έντονα μαύρα κεφαλαία σχηματίζεται η λέξη παράδεισος σαν ακροστοιχίδα.

Σελίδα 30 «Πατέρα βοήθα με» Ένα ποίημα που πότισα με δάκρυ, ένα στιχούργημα του μικρού εσωτερικού παιδιού και της σχέσης με τον κόσμο, ένα μικρό εικονοστάσι, που εκεί ακουμπά το λιβάνι καθώς αναδύεται σαν προσευχή στο επέκεινα που είναι ο πατέρας μου, δηλαδή ο πατέρας της, δηλαδή το στήριγμα που παιδιά είχαμε. Σελίδα 31. Άργησε ο Θεός τα θαύματα. Εξωραΐζει όλες τις σχέσεις και κατατάσσει τους πάντες σ’ έναν Παράδεισο που χτίζει η ίδια η ποιήτρια για όλους και δεν αποκλείει κανέναν. Όχι άδικα ονειροπόλα μας χαρίζει όνειρα μανταρισμένα με πολύτιμα υλικά καθώς λέει:

Να εκεί στη γωνία είναι το τσακισμένο όνειρο

Χρειάζεται για αρχή καινούριο ύφασμα

Μα να ΄ναι από αλήθεια παρακαλώ

Έχω αλλεργία στο ψεύτικο το γυαλιστερό

Δίνει το στίγμα των αξιών της μέσα απ’ το ποίημα «Αναπαλαιωτές ονείρων» που στο ιδανικό της κόσμο υπάρχουν και δημιουργούν μια πραγματικότητα.

Λέω να τ’ αλλάξω με θάλασσα… ναι με θάλασσα

Έτσι κι αλλιώς μαζί της ονειρεύομαι

Διαβάζοντάς την, μου κρεμά στα μάτια κάτι διαμάντια ώρες ώρες, που τα γραπώνω με το βλέμμα μου σα να ΄ναι τα ομορφότερα που έχω δει. Σελίδα 40 «Γιατί»

Πάρε με μαζί σου

στην αέναη νιότη του ορίζοντα

Σελίδα 41 «Μπλέ» Να κάπως έτσι αγκαλιάζεις την ποίηση, διαβάζοντας το Μπλε, όπως το είδε η ζωγράφος Στέλλα Βερτινάκη, η ποιήτρια Στέλλα Βερτινάκη, η σκηνοθέτης Στέλλα Βερτινάκη. Σηκώνω τα μάτια και βλέπω ένα φωτισμένο καράβι στο καταμπλέ της θάλασσας.

Άρχισε να βρέχει. Αύριο πάλι.

Στην αναζήτηση των συναισθημάτων πάντα υπερτερεί η αγάπη. Σελίδα 45 «Το τανγκό των χειλιών»

Πόσες ζωές σ’ αναζητάω

πόσες σε συναντάω

πόσες με θανατώνει

η φυγή σου

πόσες μ’ αναστατώνει το φιλί σου.

Και γίνεται αιτία το ποίημα να σκεφτεί κάποιος και να επιλέξει να φέρει στην πραγματικότητά του, την άκρως θετική του τοποθέτηση για το τί έζησε και τι επιθυμεί να ζήσει. Όχι ουτοπικά, όχι πονετικά μα τα μεγάλα, τα όμορφα αυτά που σηματοδοτούν τη ζωή όχι με τη φυγή και τον πόνο αλλά με την παραμονή στην αγάπη. Πολλά, πολλά ποιήματά της είναι τραγούδια που ακόμα δεν ντύθηκαν. Έρχεται όμως το τέλος και μας γεμίζει τα μάτια, το μυαλό, την καρδιά με υπέροχες γλυκιές νοσταλγικές εικόνες με το…

Μα κάτι βράδια, κάτω στο Μοναστηράκι

και στ΄ Αναφιώτικα, σ’ ένα μικρό δρομάκι,

είσαι εσύ, τα γιασεμιά και το φεγγάρι

κι έχει η Αθήνα του παράδεισου τη χάρη!

Στο φιλντισένιο σου λαιμό μαργαριτάρι,

είν’  η Αθήνα όταν βγαίνει το φεγγάρι!

Στις σελίδες 43, 44, 45, 46, 47, 49

Πόσες αγάπες φυλακές

Ποιοι των ματιών σου ναυαγοί

Ποιοι των φιλιών σου επαίτες

Φωτιά αγάπης σύννεφο πάντα θα σε τυλίγει

τι έδωσες, τι πήρανε… κι ένας λυγμός με πνίγει…

Υπέροχο ψυχογραφικό στιχούργημα που λες, χαλάλι η ζωή. Την έζησα. Και συνεχίζει σελίδες 50, 52 «κι ακούς λες τη ματιά να ρωτάει», όπως λέει η ποιήτρια, να αποκαλύπτει το κρυμμένο θαύμα… «μα μεγάλη η αγάπη» και συνειδητοποιείς ότι η αγάπη δεν είναι αγάπη αν είναι μικρή… Σελίδα 56 «Ένα σούρουπο στην Πόλη» και γεμίζει η μυρωδιά σου αυτά τα σπάνια μπαχάρια της Πόλης, που εκτός από γεύση και όσφρηση γεμίζουν και τα κουτάκια των συναισθημάτων σου αρώματα.

Ένα βιβλίο γεμάτο λουλούδια, τραγούδια, κεράσματα. Η αλήθεια αρκετά απ’ αυτά έχουν μελοποιηθεί κι είν’ όμορφα. Τα μάτια της φεγγάρια που ασημώνουν τις θάλασσες. Σ’ ένα πίνακα με την υπογραφή της η ποιήτρια Στέλλα Βερτινάκη μας χάρισε το «Κρυμμένο της θαύμα» που μας το αποκάλυψε. Πάνω κι από ποιήτρια λάμπει σαν άνθρωπος. Καλοτάξιδη!!! 

 

Στέλλα Βερτινάκη φωτό

 

Η Στέλλα Βερτινάκη κατάγεται από το Γερακάρι Ρεθύμνης. Γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα.

Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Δημόσια Διοίκηση στη Νομική Σχολή Αθηνών. Συνέχισε την επιμόρφωσή της στις Δημόσιες Σχέσεις, στα ασφαλιστικά, στην αυτοβελτίωση, στην Ολιστική Ιατρική, την Επιστήμη της Ευεξίας και την Τέχνη της Αλλαγής.

Εργάστηκε στην Εμπορική τράπεζα ως διευθύντρια Ιδιωτών και εισηγήτρια στη Διεύθυνση Εκπαίδευσης.

Είναι μέλος του Συνδέσμου Ανωτάτων Στελεχών Διαχείρισης Πιστωτικού Κινδύνου (Icap) και μέλος του Συνδέσμου Κρητών Επιστημόνων, ενώ διετέλεσε μέλος του Δ.Σ. της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πολιτιστικών Κρητικών Σωματείων και πρόεδρος της Ένωσης Γερακαριανών «Προφήτης Ηλίας».

Ποιήματά της συμπεριλαμβάνονται στη «Φιλολογική Πρωτοχρονιά» του 2020, 2021 και 2022.

Στο cd του Βασίλη Σκουλά «Πέρασμα», με μουσική του Χρήστου Παπαδόπουλου, υπάρχουν τα έργα της «Χαμηλά δεν μπορώ να πετάω» και «Εγώ είμαι αυτός», ερμηνευμένα από τους Βασίλη Σκουλά, Νίκο Μακρόπουλο και Κώστα Δουμουλιάκα.

Οι Nick And The Band, με μουσική και ερμηνεία του Νίκου Βερδινάκη, έχουν κυκλοφορήσει με δικούς της στίχους, τα τραγούδια «Πληγή» και «Κράτησέ με ζωντανό». Το τελευταίο μεταφράστηκε και κυκλοφορεί και στα Αγγλικά με τον τίτλο "Keep Me Alive".

Τον Οκτώβριο του 2022, με μουσική του Αντώνη Ζαχαράκη, ο Βασίλης Σκουλάς ταξίδεψε με τη φωνή του την «Πλώρη».



Εγγραφή στο Newsletter μας

Please enable the javascript to submit this form

© 2004 - 2024 All Rights Reserved. | Φιλοξενία & Κατασκευή HostPlus LTD

hostplus 35