Αν υπάρχει ένα πρόσωπο για το οποίο η Σαλονίκη δικαιούται να περηφανεύεται, αυτό το πρόσωπο ήταν η Αμαλία. Η Αμαλία η πουτάνα. Πουτάνα για τους πολλούς. Άγια γυναίκα για τους λίγους.
Για τους ελάχιστους, που μπορούν και τραβάνε την κουρτίνα του μπουρδέλου, αποκαλύπτοντας τον παράδεισο των ψυχών που φωλιάζουν εκεί. Η Αμαλία ήταν η παραδεισιάρχισσα.
Χίλιες ψυχές καλών ανθρώπων έπρεπε να βάλεις στο αποστακτήριο για να βγάλεις, σαν απόσταγμα, την ψυχή της Αμαλίας. Της Αμαλίας, της πουτάνας για τους πολλούς, της Άγιας γυναίκας για τους άξιους εκτιμητές των καθαρών ψυχών.
Είμαι παραπάνω από βέβαιος, ότι πολλοί φίλοι, που είχαν τη μεγάλη τύχη να γνωρίσουν αυτή τη Γυναίκα, θα θεωρήσουν λίγα αυτά που γράφω.
Ξέρω, επίσης, ότι πολλοί περισσότεροι, που δεν τη γνώρισαν, θα μου αφιερώσουν διάφορα κοσμητικά επίθετα.
Δεν με ενδιαφέρει η άποψη των δεύτερων. Θέλω την άποψη των πρώτων.
Αυτών που ξέρουν πόσα άπορα κορίτσια επροίκησε και πάντρεψε η Αμαλία. Η Αμαλία η πουτάνα, της Σαλονίκης.
Με ενδιαφέρει η άποψη αυτών που ξέρουν πόσα παιδιά σπούδασαν με τα λεφτά αυτής της Γυναίκας, που δεν απέκτησε ποτέ δικά της παιδιά.
Με ενδιαφέρει η άποψη όλων εκείνων που ρίγησαν σαν έμαθαν ότι η Αμαλία βρέθηκε νεκρή στο σπίτι της, πολλές μέρες μετά τον θάνατό της.
Γι αυτή τη Γυναίκα, ποτέ κανένας δεν φιλοτιμήθηκε να πει έστω μιά λέξη επαίνου.
Μήτε και βρέθηκε ποτέ κανείς να κάμει ένα μνημόσυνο, ένα τρισάγιο, ν’ αφήσει ένα λουλούδι στο μνήμα της.
Βλέπετε, επικράτησε η άποψη των πολλών, που ήθελαν την Αμαλία μόνο πουτάνα της Σαλονίκης.
Ίσως, τούτες οι γραμμές να είναι οι μόνες που αφιερώθηκαν ποτέ στη μνήμη αυτής της Γυναίκας.
Δεν έχω την αξίωση να τις καταλάβουν οι πολλοί.
Με φτάνει που τις καταλαβαίνει η ψυχούλα της εκει ψηλά που βρίσκεται.
Γράφω για την Αμαλία και παλεύω να μη ξεχάσω μήτε μια συλλαβή από το τραγούδι του Δημήτρη Μητροπάνου.
Σε συζητάν δίχως γιατί και όχι άδικα
όπως κοιμάσαι στα στενά παλιά λαδάδικα
έγινες φήμη και γι' αυτό δε φυλακίζεσαι
ζεις στο σκοτάδι παστρικά μα δεν ορκίζεσαι
Λάμπεις στα κόκκινα σατέν που σε τυλίγουνε
άσπροι και σέρτικοι καπνοί σε καταπίνουνε
σε καλντερίμια ξενυχτάς υγρά λιθόστρωτα
στου πληρωμένου παραδείσου την αυλόπορτα
Τόσα δίνω πόσα θες
στα λαδάδικα πουλάν αυτό που θες
κάθε κάμαρα κελί
με βαριά παλικαρίσια αναπνοή
Μύριες χαμένες μοναξιές με σένα σμίγανε
φεύγαν καράβια μα πριν φύγουν σου σφυρίζανε
πόσα παιδιά ήρθαν να βρουν το αντριλίκι τους
και σου ακουμπήσανε δειλά το χαρτζιλίκι τους
Τόσα δίνω πόσα θες
στα λαδάδικα πουλάν αυτό που θες
κάθε κάμαρα κελί
με βαριά παλικαρίσια αναπνοή
Τόσα δίνω πόσα θες
στα λαδάδικα πουλάν αυτό που θες
κάθε κάμαρα κελί
με βαριά παλικαρίσια αναπνοή.
Από το προφίλ του Stratakis Mixalis, εντυπωσιασμένος από αυτή την αναφορά του:
https://www.facebook.com/100002199029196/posts/3763671477049449/