Παρουσίαση την Τρίτη και ώρα 7.30μμ στην αίθουσα εκδηλώσεων του Λάτσειου Δημοτικού Μεγάρου
Από τα πρώτα κιόλας ποιήματα της συλλογής -της «Γένεσης» όπως προσωπικά θα τη χαρακτήριζα- ποιήματα χωρίς τίτλο (λόγω ίσως μιας ποιητικής συνέχειας και ροής) ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα ποιητικό υποκείμενο που είναι ο δημιουργός, ο πλάστης της νέας ζωής και ο οποίος αναζητά και «ανιχνεύει» την αρχή, τη ρίζα. Δημιουργεί χρησιμοποιώντας όλα τα υλικά, «χώμα και νερό, την ύλη την πρωτόπλαστη». Έρχεται από το μακρινό παρελθόν στο δυναμικό παρόν. Ο άντρας και η γυναίκα ρίχνουν τον σπόρο για να γεννηθεί η ζωή, «να βλαστήσει το φως».
Με αποφασιστικότητα και ορμή ο ποιητής αναλαμβάνει, παράλληλα, και τον ρόλο του καθοδηγητή, αυτού που ορίζει τις «επερχόμενες ατμόσφαιρες» και βεβαιώνει πως «από τις ρωγμές του κόσμου, του κλειστού, του σπασμένου βαρελιού τις σκουριασμένες ράγες θα αναβλύσει ο νέος, ο ανοιχτός. Από την ύλη τη φθαρτή γεννιέται ύλη, ένα καζάνι που αδειάζει και γεμίζει». «Ο τοίχος, μια προβλήτα γιγάντια, που σπάνε πάνω του τα παρελθόντα κύματα και υποχωρούν» δε θα εμποδίσει να βγει από το κουκούλι της μια πεταλούδα που «θα ορίσει τους ανέμους, τα κύματα του πεπρωμένου».
Ύλη, σώμα, μάζα, «κοίλοι και κυρτοί καθρέφτες», «άμετρη βαρύτητα» «συμπαντική θάλασσα»…. Λέξεις και έννοιες της Φυσικής -οικείες στον ποιητή λόγω ειδικότητας- που δονούν και δομούν τα ποιήματα περικλείοντας τη δύναμη της «γένεσης» και της κίνησης. Συνιστούν τους νόμους, τους κανόνες, τη συμμετρία και τον ρυθμό της δημιουργίας του μέλλοντος αλλά και τη δυσκολία του εγχειρήματος. Είναι η βαριά σκιά των μορφών ζωής του παρελθόντος που στιγματίζει το παρόν και την οποία πρέπει ο ποιητής-δημιουργός πρέπει να υπερβεί, για να προχωρήσει η δημιουργία σε νέες «ατμόσφαιρες».
Λέξεις με ήχο, φως, χρώμα. Λέξεις που δημιουργούν εικόνες με νεανική ακμή αλλά και ώριμη βούληση και επιθυμία για τη «νέα υλική πραγματικότητα». Μια διαρκής εναγώνια, επώδυνη και κοπιώδης προσπάθεια με σύμμαχο ή εχθρό τον χρόνο και τη φύση, με αβέβαια ή σταθερά βήματα προς το μέλλον. Μια αέναη κίνηση προς το καλύτερο, το ιδανικό, για να ηττηθεί το φθαρτό, το κακό, το σαθρό. Ο δημιουργός δοκιμάζεται, παλεύει, αλλά δεν υποχωρεί: «Όλα τα τιμόνια του σταυρούς τα όριζε, ξύλινους και σιδερένιους… Παλικάρι κι αυτός ούτε λυγάει ούτε κιοτεύει». Πορεύεται έναν δρόμο μοναχικό και δύσβατο «συντροφιά με τα αδέσποτα και τα πουλιά της έρημης συνοικίας».
Ακολουθεί μια σειρά ποιημάτων με τίτλο (π.χ. «Τ’ αλεξικέραυνα», «Η πομπή», «Οι παρεπιδημούντες», «Εκεχειρία», «Σισύφειο τέλος», «Ο μύθος της σπηλιάς»), στα οποία συνυφαίνονται αρμονικά το παρόν με το παρελθόν, η νίκη με την πίκρα, η χαρά με τη θλίψη. Δεν υπάρχει τίποτα δεδομένο και σταθερό παρά μόνο μια συνεχής πάλη του ανθρώπου, η θέληση και η δύναμη για τη συνέχιση της ζωής και της κίνησης με πολλή ενέργεια. Κυριαρχεί εδώ μια μεταφυσική, υπερρεαλιστική οπτική των πραγμάτων, καθώς ανακαλούνται αρχαίοι μύθοι και τελετές που ζωοποιούν την ανθρώπινη ύπαρξη. Ο ποιητής προβληματίζεται για το σήμερα με έναν τρόπο εσωτερικό και ουσιαστικό διατηρώντας δυναμικά την επαφή με τον κόσμο των νεκρών. Βελτιώνεται και στο τέλος ολοκληρώνεται, γιατί έχει βιώσει το νόημα των υλικών και άυλων αξιών οδεύοντας θριαμβικά προς την αυτογνωσία («το ταξίδι της αυτογνωσίας, η κοπιαστική ενηλικίωση πρέπει να κατακτηθεί με χώμα, με ηδονές, με αλκοολικό αίμα»).
Κλείνοντας, αξίζει να επισημάνουμε πως η ποίηση του Δ. Κορίζη έχει παλμό, βαθύ στοχασμό για τα ανθρώπινα, αλλά και διαχρονικότητα ιδεών και αξιών, με τις οποίες πρέπει να οπλιστεί ο σύγχρονος άνθρωπος. Παιδεύει και καλλιεργεί το νου και την ψυχή άγοντάς τα σε ανώτερες σφαίρες διανόησης και ζωής, γιατί μας ωθεί να ανακαλύψουμε την εσωτερική μας δύναμη και να κατανικήσουμε τη φθαρτότητα της ύλης. Άλλωστε, αυτό είναι και το νόημα της υψηλής τέχνης.
Γιώργος Αγγελόπουλος ΜΔΕ φιλόλογος του 3ου Γυμνασίου Πύργου