Ο εορτασμός της επετείου των γενεθλίων είναι ξένος προς την παράδοση της Ορθόδοξης Αγίας Εκκλησίας μας. Το έθιμο των γενεθλίων εις τον τόπο μας ήλθε από τη μη Ορθόδοξη Δύση, όπως και άλλα πράγματα. Η Ορθοδοξία τιμά την μνήμη των Αγίων την ημέρα της κοιμήσεως των, την ημέρα κατά την οποία πέρασαν εις την αιωνιότητα της ουρανίου βασιλείας. Ο καθένας κλείνοντας τα σωματικά μάτια αμέσως βλέπει την αιωνιότητα είτε του παραδείσου “οι πράξαντες το θέλημα του Θεού” είτε της κολάσεως”οι τα φαύλα πράξαντες”.
Όπως πολλοί κανόνες έχουν τις εξαιρέσεις, έτσι και αυτός ο κανόνας έχει τις εξαιρέσεις του. Η Αγία εκκλησία εορτάζει την γέννηση του Σωτήρα ημών Ιησού Χριστού, της Υπεραγίας Θεοτόκου και του Ιωάννη του Προδρόμου. Η αιτία για το γεγονός αυτό έγκειται στην ιδιαίτερη αποστολή του καθενός στην ιστορία της δράσεως της Αγίας Τριάδας για τη σωτηρία των ανθρώπων, αλλά και στην παράδοση ότι αμφότεροι υπήρξαν ευλογημένοι από την κοιλιά της μητέρας τους (καθώς και ο προφήτης Ιερεμίας). Με τη γέννηση της Παναγίας μας αρχίζει να υλοποιείται το προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Η γενέθλιος ημέρα είναι η 8η Σεπτεμβρίου. Είναι η πρώτη Θεομητορική εορτή του εκκλησιαστικού έτους, το οποίο αρχίζει την 1η Σεπτεμβρίου.
«Σήμερα ολόκληρη η κτίση ένιωσε τον εαυτό της καλύτερο και λαμπρότερο, αφού έλαμψε το κοινό στολίδι του σύμπαντος – γεννήθηκε όχι απλώς η Παρθένος, αλλά μάλλον η οικουμένη ολόκληρη», αναφωνεί ο ιερός Καβάσιλας. Η Γέννηση της Κυρίας Θεοτόκου από στείρα μητέρα, την Αγία Άννα, «αποτελεί αιτία παγκοσμίου χαράς», διότι η Παναγία μας, ως νέα «ρίζα του γένους ημών», όπως αποκαλείται στα τροπάρια της εορτής, «έλυσε την ανθρώπινη στείρωση» (άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός) του πνευματικώς νεκρού, στείρου και άγονου κόσμου και έτσι «μπόρεσε να μας φέρει το άνθος της ζωής… τον γλυκύτατο καρπό, τον Σωτήρα Χριστό…»
Πληροφορίες για τους γονείς της Υπεραγίας Θεοτόκου, την γέννησή της, τα παιδιά της χρόνια κ.λ.π. αντλούμε από το «Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου», επειδή τα ευαγγέλια δεν αναφέρουν σχετικές πληροφορίες.
Γονείς της Παναγίας μας ήταν ο Ιωακείμ και η Άννα, άνθρωποι πιστοί εις τον νόμο του Θεού, με προσευχές, νηστείες και ελεημοσύνες περίμεναν την έλευση του Μεσσία. Ανήκαν στη μικρή ομάδα των Ισραηλιτών οι οποίοι ανέμεναν τον Μεσσία και Σωτήρα του κόσμου. Είχαν, όμως, ένα πρόβλημα το οποίο αντιμετώπιζαν με καρτερία και εμπιστοσύνη εις τον Θεό. Ήταν άτεκνοι, - η Άννα στείρα και μεγάλης ηλικίας - και όμως ήλπιζαν. Η ατεκνία την εποχή εκείνη εθεωρείτο κατάρα. Ο κόσμος τους αποστρεφόταν για μόνο το λόγο της ατεκνίας. Θεωρούνταν στιγματισμένοι από τον Θεό και τα δώρα τους δεν γινότανε δεκτά από τους ιερείς.
Σε μια μεγάλη εορτή ο Ιωακείμ πήγε να προσφέρει πρώτος τα δώρα. Αλλά ο αρχιερέας Ρουβίμ τον απέτρεψε λέγοντάς του «Δεν επιτρέπεται να προσφέρεις πρώτος τα δώρα σου, καθότι σπέρμα οὐκ ἐποίησας ἐν τῷ Ἰσραήλ», επειδή δηλαδή είσαι άτεκνος. Ο δίκαιος άνδρας λυπήθηκε πολύ και απάντησε στον αρχιερέα: «Μόνο εγώ είμαι, ανάμεσα στις δώδεκα φυλές του Ισραήλ άτεκνος;». Αλλά θυμήθηκε τον πατριάρχη Αβραάμ, ο οποίος ήταν ευσεβής, αλλά και αυτός άτεκνος και ο Θεός τον αξίωσε να αποκτήσει κλήρα, τον Ισαάκ. Αυτή η σκέψη τον παρηγόρησε και του έδωσε την ελπίδα ότι ίσως κάμει ο Θεός έλεος και αποκτήσει και αυτός παιδί.
Λυπημένος αναχώρησε εις την έρημο χωρίς να ενημερώσει την Άννα. Έτσι λοιπόν η Άννα ήταν διπλά στεναχωρημένη. Χήρα και άτεκνη. Ο Ιωακείμ εις την έρημο άρχισε νηστεία και προσευχή για την λύση της ατεκνίας και ήταν αποφασισμένος να μη φύγει από εκεί αν δεν μάθαινε το λόγο του προβλήματος.
Πλησίαζε μεγάλη εορτή και η Άννα άκουσε την υπηρέτρια Ιουδίθ να της λέγει : «Κυρά μου μέχρι πότε θα ταπεινώνεις την ψυχή σου; Να, έφτασε η μεγάλη ημέρα του Κυρίου και δεν επιτρέπεται να πενθείς. Πάρε όμως αυτόν εδώ τον κεφαλόδεσμο, πού μου έδωσε η γυναίκα πού τον έφτιαξε και δεν επιτρέπεται να τον ανοίξω εγώ, μια υπηρέτρια, επειδή έχει σημασία βασιλική». Όμως η Άννα την επέπληξε θυμωμένη και με λυγμούς της είπε: «Φύγε από κοντά μου· αυτό εγώ ποτέ δεν το έκανα και όμως ο Κύριος με ταπείνωσε πάρα πολύ. Μήπως κάποιος πονηρός σου τον έδωσε και ήρθες για να με κάνεις συμμέτοχη στην αμαρτία σου;». Η Ιουδίθ της απάντησε, με θυμό και αυθάδεια: «Τι να σου καταραστώ, αφού ο Κύριος έκλεισε τη μήτρα σου για να μην αφήσεις απογόνους εις τον Ισραήλ;». Η Άννα περίλυπη, φόρεσε τα νυφικά της ρούχα και κατέβηκε εις τον κήπο, για περίπατο, μήπως και απαλύνει το διπλό πόνο της. Η ώρα ήταν περί την 9η, στάθηκε κάτω από μια δάφνη και προσευχήθηκε θερμά, με δάκρυα εις τα μάτια εις το Θεό, λέγοντας: «Ο Θεός των πατέρων ημών, ευλόγησε τη δούλη σου, άκουσε τη δέησή μου. Όπως ευλόγησες τη μήτρα της Σάρας και γέννησε τον Ισαάκ, αξίωσε και μένα να γίνω μητέρα». Σηκώνοντας ψηλά τα μάτια είδε εις στα κλαδιά της δάφνης μια φωλιά γεμάτη νεοσσούς και έβγαλε θρηνητική κραυγή λέγοντας: «Αλίμονο σε μένα, ποιος με γέννησε και ποια μήτρα με κυοφόρησε; Γιατί να είμαι άτεκνη και ως εκ τούτου καταραμένη εις τα μάτια του Ισραήλ, να με λοιδορούν και να με προσβάλλουν ακόμα και εις το ναό σου; Αλίμονο μου, δεν αξιώθηκα να μοιάσω ούτε με τα πουλιά, τα οποία είναι γόνιμα. Δεν εξομοιώθηκα ούτε με τα άγρια θηρία, τα οποία και εκείνα είναι γόνιμα, χάρη σε σένα Κύριε. Δεν εξομοιώθηκα με τα νερά αυτά, αφού και τούτα είναι γόνιμα. Αλίμονο μου, με ποιόν εξομοιώθηκα; Ούτε με τη γη, αφού και αυτή προσφέρει τούς καρπούς στον καιρό της και ευλογεί εσένα, Κύριε»!
Αφού τελείωσε την προσευχή της κάθισε για να ξεκουραστεί. Τότε έγινε το μεγάλο θαύμα. Λευκοφορεμένος Άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε μπροστά της και της είπε «Άννα, ο Κύριος άκουσε την προσευχή σου. Θα συλλάβεις και θα γεννήσεις, ο καρπός σου θα γίνει γνωστός σ’ όλη την οικουμένη». Η αγία γυναίκα πίστεψε τα λόγια του Αγγέλου και είπε «Ζει Κύριος ο Θεός μου· αν γεννήσω, είτε αγόρι είτε κορίτσι, θα το προσφέρω ως δώρο στον Κύριο τον Θεό μου, για να τον λατρεύει και να τον υπηρετεί σ’ όλη τη ζωή του». Ο Άγγελος πήγε εις την έρημο, βρήκε τον Ιωακείμ και του ανήγγειλε το χαρμόσυνο μήνυμα : «Ιωακείμ, άκουσε Κύριος ο Θεός την προσευχή σου. Γύρνα πίσω εις το σπίτι σου, γιατί η Άννα, η γυναίκα σου, θα μείνει έγκυος».
Γεμάτος χαρά από το Αγγελικό μήνυμα γύρισε εις το σπίτι του, όπου τον περίμενε χαρούμενη και με ψυχική αγαλλίαση η Άννα, η οποία κρεμάστηκε εις τον τράχηλό του και του είπε «Ξέρω τώρα και δεν αμφιβάλω, ότι ο Θεός με ευλόγησε πάρα πολύ. Τώρα πια δεν είναι χήρα, και η άτεκνη και θα μείνω έγκυος». Ο Ιωακείμ ήταν τότε 83 ετών και η Άννα 70 δηλαδή υπέργηροι και ανθρωπίνως ήταν αδύνατο να τεκνοποιήσουν. Παρά ταύτα, υπακούοντας εις το θέλημα του Θεού ήλθαν εις σωματική συνάφεια, χωρίς σαρκική έλξη και ηδονή. Μόνο για το θέλημα του Θεού.
Μετά από εννέα μήνες ήλθε εις τον κόσμο ένα κοριτσάκι, όταν η Άννα πληροφορήθηκε το φύλο του παιδιού αναφώνησε : «Εμεγαλύνθη η ψυχή μου εν τη ημέρα ταύτη». Έβαλαν οι ευσεβείς γονείς το κοριτσάκι στο κρεβατάκι του και το ονόμασαν Μαρία. Τη μικρή Μαρία σε ηλικία τριών ετών την αφιέρωσαν εις τον Θεό κατά την υπόσχεσή τους. Η μικρή Μαρία μετά από ουκ πολλά κυοφόρησε τον Μονογενή Υιό και Λόγο του Θεού και Σωτήρα πάντων ημών Ιησού Χριστό. Έγινε η γέφυρα για να κατέβει, ως άνθρωπος από τον ουρανό εις την γη ο Θεός και ο άνθρωπος από την γη να ανέβει εις τον ουρανό. Έτσι αναδείκτηκε πλατυτέρα των ουρανών, τιμιοτέρα των Χερουβείμ, ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ. Η αειπάρθενος είναι ανωτέρα πάντων των Αγίων, κατέχει τα δευτερεία μετά την Αγία Τριάδα. Είναι πάντα συμπαραστάτης μας άγρυπνος φρουρός μας και τρέχει πάντα εις την βοήθειά μας όταν με πίστη και πραγματική συντριβή προστρέξουμε εις την πλατειά αγκάλη Της. Είναι η μάνα μας.
Κάτι πολύ σπουδαίο καὶ πνευματικό, είπε ὁ σύγχρονος Όσιος Παΐσιος ὁ αγιορείτης: Δεν υπήρξε αγιότερο και απαθέστερο ζευγάρι απὸ τον Ιωακεὶμ και την Άννα. Και τούτο είναι εύλογο. Γιατί, αν όπως είπε ὁ Χριστός μας, εκ του καρπού το δένδρον γινώσκεται, ας αναλογισθούμε τι αρετή, τι αγιότητα είχαν οι Θεοπάτορες αυτοί, για να αξιωθούν να γεννήσουν την αγιωτέρα των ανθρώπων, που έγινε πλατυτέρα των ουρανών και υψηλότερη και των αγγέλων.
Σε κάθε ακολουθία ψάλλονται ειδικοί ύμνοι για την Θεοτόκο Παναγία, τα Θεοτοκία. Οι γονείς Της Άγιος Ιωακείμ και Αγία Άννα μνημονεύονται σε κάθε ακολουθία προς το τέλος της. Ευγνωμοσύνη απέραντη εις την Θεοτόκο και εις τους Αγίους γονείς Της οφείλουμε όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί και να καταφεύγουμε σε χαρές και λύπες εις την μεσιτεία Της. Να λυθεί η ατεκνία της αμαρτίας μας.
Ορθόδοξη υμνολογία της εορτής
Απολυτίκιο
Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οικουμένῃ, ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν, καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον.
Κοντάκιο
Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα ὀνειδισμοῦ ἀτεκνίας, καὶ Ἀδὰμ καὶ Εὔα, ἐκ τῆς φθορᾶς τοῦ θανάτου, ἠλευθερώθησαν, Ἄχραντε, ἐν τῇ ἁγίᾳ γεννήσει σου, αὐτὴν ἑορτάζει καὶ ὁ λαός σου, ἐνοχῆς τῶν πταισμάτων, λυτρωθεὶς ἐν τῷ κράζειν σοι· Ἡ Στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Κάθισμα
Ἐκ τῆς ῥίζης Ἰεσσαί, καὶ ἐξ ὀσφύος τοῦ Δαυΐδ, ἡ θεόπαις Μαριάμ, τίκτεται σήμερον ἡμῖν, καὶ νεουργεῖται, ἡ σύμπασα καὶ θεουργεῖται. Συγχάρητε ὁμοῦ, ὁ οὐρανός καὶ ἡ γῆ· αἰνέσατε αὐτήν, αἱ πατριαὶ τῶν ἐθνῶν, Ἰωακεὶμ εὐφραίνεται, καὶ Ἄννα πανηγυρίζει κραυγάζουσα· Ἡ στεῖρα τίκτει τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Μυργιώτης Παναγιώτης, Μαθηματικός