Ο δικηγόρος. Και αβουκάτος. Και ως επώνυμο. Η λέξη δεν υπάρχει στα σημερινά λεξικά, ούτε στον Δημητράκο, παρά μόνο στον Πάπυρο. Δάνειο από το ιταλικό avvacato που σημαίνει το ίδιο, και που ανάγεται στο λατινικό advocare. Η λέξη μπήκε στην γλώσσα μας με την Φραγκοκρατία...
Καθώς πρόκειται για «θεσμική» λέξη, εύκολα αντικαταστάθηκε από τον δικηγόρο μόλις φτιάχτηκε το νεοελληνικό κράτος και τα δικαστήρια άρχισαν την λειτουργία τους. Σήμερα χρησιμοποιείται σπάνια και κυρίως περιπαικτικά. Όταν ο Μακρυγιάννης παραπονιέται ότι επί Όθωνα, με τις διώξεις των αγωνιστών, «θησαύρισαν οι κριταί μας και οι αβοκάτοι μας», χρησιμοποιεί την λέξη που ήταν ακόμα σε χρήση. Όταν όμως ο Παλαμάς, το 1909, στα Σατιρικά γυμνάσματα γράφει «οικοπεδοφαγάδες, αβοκάτοι, κομματάρχηδες και κοτσαμπάσηδες», χρησιμοποιεί επίτηδες τον παλιωμένο και ξενόφερτο όρο μειωτικά, για δείνωση.
Αν και ο αβοκάτος έχει σχεδόν ξεχαστεί, τα τελευταία χρόνια μπήκε στην ζωή μας το αβοκάντο, ο μεξικάνικος καρπός. Πρόκειται για παρετυμολογία: στην γλώσσα των Αζτέκων ήταν ahuakatl, στα μεξικάνικα ισπανικά aguacate, και παρετυμολογήθηκε στα καστιλιάνικα ως avogado (δικηγόρος) και στα αγγλικά avocado.