«Κουβέντα στην αυλή…»
…με τη Φιλόλογο-Συγγραφέα Σύλβια Α. Λουκά
Η Σύλβια Α. Λουκά γεννήθηκε το 1983 και κατάγεται από το Τραχώνι Λεμεσού (Κύπρος). Έχει τελειώσει στο Λύκειο Αγίου Αντωνίου, τον κλασσικό συνδυασμό και είναι απόφοιτος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Τμήμα Φιλολογίας-Κλασσικής κατεύθυνσης. Μετρά πολλές συμμετοχές σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις ενώ στη συγγραφική της δουλειά περιλαμβάνονται πεζά και ποιήματα. Άρθρα της δημοσιεύονται σε εφημερίδες και περιοδικά.
Είναι μέλος του Ομίλου «Ελληνική Ώρα» και αρθρογράφος...
Το μυθιστόρημα είναι εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα αλλά τόσο περίτεχνα μπλεγμένα με τη φαντασία, όπου πλέον κανείς δεν μπορεί να ξεχωρίσει την πραγματικότητα από το μύθο. Με τη συγγραφή θεατρικών έργων είχε ασχοληθεί από τα παιδικά της χρόνια, αλλά ποτέ δεν κατάφερε να κάνει μια ολοκληρωμένη δουλειά. Με έναυσμα την προκήρυξη ενός θεατρικού διαγωνισμού για τα δικαιώματα των παιδιών, δημιούργησε το πρώτο της ολοκληρωμένο θεατρικό έργο, με τον ομώνυμο τίτλο «Τα δικαιώματα του παιδιού» μέσα από το οποίο εκφράζονται οι ανησυχίες μιας ομάδας παιδιών από διαφορετικές εθνικότητες για τον κόσμο που έφτιαξαν οι ενήλικοι (πρώην παιδιά και έφηβοι).
Η Σύλβια μας υπόσχεται πως θα συνεχίσει το συγγραφικό της έργο και ευελπιστεί να κερδίσει μια θέση στην καρδιά όλων των φίλων του καλού βιβλίου.
Κρατώντας στα χέρια του ο αναγνώστης το βιβλίο σας «Μάδησε την Μαργαρίτα», βρίσκεται ξαφνικά αντιμέτωπος με εικόνες και γεγονότα της δικιάς του ζωής. Αυτό είναι ένα συγγραφικό τρικ του δημιουργού ή τελικά οι ήρωες του βιβλίου σας είναι άνθρωποι βγαλμένοι από τη «στοίβα» της κοινωνίας μας;
Είναι αλήθεια ότι οι ήρωες του βιβλίου μου είναι βγαλμένοι από τη «στοίβα» της κοινωνίας μας. Είναι άνθρωποι καθημερινοί, απλοί και με υπαρκτά προβλήματα που δεν ξεπερνούν καθόλου τη φαντασία και που πολλές φορές δημιουργούνται μέσα από τις δικές τους προσωπικές επιλογές.
Η κοινωνία μας είναι γεμάτη αντιφάσεις και επαναλαμβανόμενες ανατροπές. Πρόσωπα και ρόλοι εναλλάσσονται με τρελούς ρυθμούς μέσα στις σελίδες του βιβλίου σας. Ήταν εύκολο για εσάς να ταιριάξετε και να δέσετε αυτές τις αντιφάσεις με τις εναλλαγές;
Ομολογώ πως είχα δυσκολευτεί αρκετά κατά τη συγγραφή του βιβλίου μου καθώς είχα μπροστά μου διαφορετικά αληθινά πρόσωπα, με διαφορετική αληθινή ιστορία το καθένα. Όμως, στο τέλος, οι αντιφάσεις που είχαν τα πρόσωπα αυτά μεταξύ τους με τις εναλλαγές που κατάφερα να κάνω, ταίριαξαν τόσο όμορφα χωρίς πλέον να μπορεί κανείς να ξεχωρίσει από πού αρχίζει η αλήθεια και πού τελειώνει το ψέμα.
Η συγγραφική σας πένα ξεχειλίζει από αισιοδοξία. Περνάει στον αναγνώστη πλήθος μηνύματα ικανά να τον βγάλουν από το τέλμα της «μοναξιάς» και να τον τοποθετήσουν σε άλλα ψυχικά επίπεδα. Πιστεύετε ότι είναι έτοιμος να τα εισπράξει;
Καμιά φορά ο αναγνώστης, ταυτίζεται πάρα πολύ με τον ήρωα ή την ηρωίδα ενός βιβλίου, κυρίως όταν έτυχε να περάσει κι ο ίδιος από παρόμοιες καταστάσεις. Η ταύτιση, όμως, δεν διαρκεί τόσο πολύ, κατά τη γνώμη μου, γιατί χρειάζεται ο καθένας πολύ μεγάλο ψυχικό σθένος για να απαλλαγεί από το τέλμα της «μοναξιάς» του και ένα πολύ καλό βιβλίο είναι μόνο ένα κομμάτι που θα συμβάλει σ’ αυτό. Το άλλο κομμάτι πρέπει να συμπληρωθεί από τον ίδιο...
Η Μαργαρίτα πόσα στοιχεία έχει αλιεύσει από τη Σύλβια και ποιά από τις δύο πιστεύετε ότι έχει αγαπήσει τελικά ο αναγνώστης;
Η «Μαργαρίτα» είναι η Σύλβια όσο αφορά τον χαραχτήρα, τα όνειρα, τις σκέψεις... Ο αναγνώστης όμως, θεωρώ ότι έχει αγαπήσει την προέκταση της Σύλβιας... την Μαργαρίτα δηλαδή, η οποία έχει περάσει μέσα από τόσα προβλήματα αλλά παρόλο που δεν το ομολογεί η ίδια, ωστόσο, δεν το βάζει κάτω και συνεχίζει να δίνει τον αγώνα της για ζωή!
Σίγουρα, το συγγραφικό σας ταξίδι σύντομα θα έχει και επόμενο σταθμό. Πριν λοιπόν μάθουμε εκδοτικά ποιός θα είναι αυτός, θα θέλατε να μας περιγράψετε... τη διαδρομή έως εκεί;
Είναι μια διαδρομή πολύ δύσκολη γιατί θέλω να προσέξω τα πιθανά λάθη και παραλείψεις που έγιναν στο «Μάδησε την Μαργαρίτα», να το αγαπήσω και να κλάψω γι’ αυτό, όπως ακριβώς έγινε και στο πρώτο βιβλίο. Μόνο έτσι, το επόμενο βιβλίο θα μπορέσει να αγκαλιαστεί από το αναγνωστικό κοινό και ταυτόχρονα να μην το απογοητεύσει.
Για τον Αυλόγυρο,
Παύλος Ανδριάς