Είναι μια «κατάρα» της ζωής, μια τιμωρία, ένας ζωντανός θάνατος.
Ως νέος ζητάς τη μοναξιά για να κάνεις όσα νομίζεις ότι σου απαγόρευσαν οι άλλοι να κάνεις. Όσα πιστεύεις από «ζήλια» δεν θέλουν να σε δουν να πράττεις, για όσα εσύ προσδοκάς να κάνεις κτήμα σου, γιατί έτσι σε έμαθε η κοινωνία που μεγάλωσες!
Γίνεσαι ανεξάρτητος, αυτόνομος με την πάροδο του χρόνου και ζώντας όλο αυτό το παιχνίδι του «χαμένου θησαυρού», φτάνεις εκεί που είχε φτάσει και ο πειρατής στην ταινία που έβλεπες μικρός, μπροστά στο κλειστό σεντούκι!
Το σπας και η απογοήτευση σε κυριεύει, καθώς είναι άδειο, όπως άδεια είναι και η ζωή σου, αφού εσύ ο ίδιος επέλεξες να αποξενωθείς από τους πάντες, για να ζήσεις το όνειρο… της ψευδαίσθησης.
Και δεν σου είπε κανείς ότι το όνειρο είναι παιδί του παραμυθιού και δε σε συμβούλεψε κανείς ότι, το νόημα της ζωής είναι στη συλλογική δράση.
Αυτή που εσύ φοβάσαι, γιατί πάντα ήσουν ο «ξένος», ο «ξινός», ο «εαυτούλης» σου, αυτός που πλήγωνε τους πάντες με την αδιαφορία του και την ειρωνεία στον τρόπο έκφρασης.
Και τα χρόνια περνούν και παντρεύεσαι, αλλά χωρίζεις σύντομα γιατί ποτέ δεν έμαθες να μοιράζεσαι τις στιγμές, γιατί ποτέ σου δεν θέλησες να ζήσεις τη μαγεία της συντροφικότητας.
Γερνάς μόνος, με μόνη συντροφιά τις αναμνήσεις από σκόρπιες εφήμερες καταστάσεις και αρχίζεις να ξεσπάς, να φωνάζεις, να ουρλιάζεις και να συμπεριφέρεσαι σαν παρανοϊκός.
Εκεί είναι που χάνεις το παιχνίδι, γιατί εκείνη τη στιγμή σκοτώνεις ό, τι σε κρατούσε στη ζωή, ό, τι σου θύμιζε ότι ήσουν εσύ…
(διαβάστε όλο το άρθρο στο: http://kaftigrafida.blogspot.com/)