Ο Ηλίας Πουλόπουλος, γεννημένος στην Καρύταινα, δαιμόνιος και πανέξυπνος, ίδρυσε το 1874 κατάστημα υφασμάτων στην Μεσσηνιακή πρωτεύουσα. Οι δουλειές του πήγαιναν πολύ καλά, αλλά ανήσυχη φύση καθώς ήταν, επιζητούσε πιο ανοιχτούς ορίζοντες. Έτσι, το 1883 παρέδωσε στ’ αδέρφια του το μαγαζί της Καλαμάτας και ήρθε στην Αθήνα. Τρία χρόνια αργότερα ασχολήθηκε με την πιλοποιία, γιατί διέκρινε πως τα καπέλα θα είχαν μεγάλη ζήτηση στην Ελλάδα, στις χώρες της Ανατολής, στην Αίγυπτο και στην Κύπρο.
Ίδρυσε λοιπόν μια εταιρία και έφερε Ευρωπαίους, τους οποίους πλήρωσε αδρά για να εκπαιδεύσουν τους Έλληνες. Οι ξύπνιοι οι Αθηναίοι άρπαξαν την τέχνη και τα ψάθινα καπέλα «χάλασαν κόσμο». Στην Κύπρο και σε κάποιο πανηγύρι το Δεκαπενταύγουστο έξω από τη Λευκωσία, οι χωρικοί έσκισαν τα φέσια τους, που θεωρούσαν δείγματα τούρκικης δουλείας, για να αγοράσουν καπέλα ελληνικά. Οι πωλήσεις ξεπέρασαν κάθε προσδοκία στη Σόφια και σε πολλές πόλεις του Πόντου.
Την περίοδο 1886-1893, ο Πουλόπουλος άρχισε να μελετά πως θα φτιάξει χειμωνιάτικα καπέλα. Ζήτησε από τον Τρικούπη να τον ενισχύσει οικονομικά, για να υλοποιήσει τα σχέδια του. Το θέμα τέθηκε στη Βουλή αλλά δεν πέτυχαν πολλά. Όταν πέθανε ο Τρικούπης και τον διαδέχθηκε ο Δηλιγιάννης, έγιναν προσπάθειες να ληφθούν προστατευτικά μέτρα για την ενίσχυση της ελληνικής βιομηχανίας, όμως οι μικροκαπελάδες, οι έμποροι εισαγόμενων καπέλων και ο εμπορικός σύλλογος των Αθηνών εξεργέθηκαν. Ο Δηλιγιάννης βρέθηκε σε δύσκολη θέση κι ακολούθησε πολιτική αναταραχή.
Το 1927, η επιχείρηση του Ηλία Πουλόπουλου έγινε ανώνυμη. Χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη τα εγχώρια δέρματα λαγών και κουνελιών και απασχολώντας 400 περίπου εργάτες, η εταιρία κατασκεύαζε καπέλα που είχαν μεγάλη ζήτηση και στο εξωτερικό. Το νομοσχέδιο για την ενίσχυση της ελληνικής πιλοποιίας ψηφίστηκε αργότερα επί Δημ. Ράλλη, αλλά αντί να την ενισχύσει της δημιούργησε πολλά προβλήματα. Ο Πουλόπουλος υπέπεσε σε οικονομική δυσπραγία, ένα είδος «κραχ» και εγκατέλειψε τη χώρα μη μπορώντας να πληρώσει τους πιστωτές του.
Έτσι, για κάποιον που ο σκάει, συνήθως μετά από χρεοκοπία, λέμε «έγινε Πουλόπουλος»…
Η μουσίτσα