Μια φορά στο χωράφι ενός γεωργού ήταν ένα δέντρο που δεν καρποφορούσε και χρησίμευε σαν καταφύγιο των πουλιών και των τζιτζικιών. Ο γεωργός ήθελε να το κόψει γιατί δεν του έδινε καρπό. Μια μέρα ύψωσε το τσεκούρι και του έδωσε ένα χτύπημα. Τα τζιτζίκια και τα σπουργίτια τον παρακαλούσαν να μην καταστρέψει το λημέρι τους, αλλά να τ’ αφήσει να κελαηδούν εκείνα και αυτός να ευχαριστιέται.
Ο γεωργός όμως δεν τους έδωσε σημασία και σήκωσε το τσεκούρι και δεύτερη και τρίτη φορά. Στην κουφάλα που άνοιξε βγήκε ένα σμάρι από μέλισσες και μέλι. Αφού δοκίμασε λίγο από το μέλι, πέταξε αμέσως το τσεκούρι του. Κι από τότε ένιωθε ότι το δέντρο ήταν ιερό, το τιμούσε και το φρόντιζε.
Ο μύθος μας λέει πως οι άνθρωποι, το’ χουν στο χαρακτήρα τους να κυνηγούν το κέρδος, παρά ν’ αγαπούν, να τιμούν και να σέβονται το δίκιο.
«Αισώπου Μύθοι»