Ξέρουμε όλοι τί ακριβώς είναι ό λαπάς…
Ένα φαγητό πού τρώμε, μπλιάχ… όταν είμαστε άρρωστοι και πρέπει να στρώσει το στομάχι μας…
Όμως είναι καί κάτι άλλο! Λαπά λέμε και κάποιον άνθρωπο πού δεν έχει αποφασιστικότητα, θάρρος, αυτοπεποίθηση και γίνεται έρμαιο στα χέρια των άλλων... και δυστυχώς υπάρχουν πολλοί...
Για έναν τέτοιο λαπά θα μάς μιλήσει ό κύριος Στέφανος, δηλαδή για τον εαυτό του, όπως λέει…
«Θα σας πω μια μικρή ιστορία παιδιά καθώς πίνουμε τον καφέ μας, για να καταλάβετε τί λαπάς ήμουν …»
«Μα…», πάω να πω γιατί ό κύριος Στέφανος είναι ένας πολύ μορφωμένος άνθρωπος, μιλάει 4 γλώσσες και μέχρι πρόσφατα, πού βγήκε στην σύνταξη, δίδασκε στο πολιτικό τμήμα της Νομικής στο πανεπιστήμιο Αθηνών, άρα…
«Ξέρω τί σκέφτεσαι μικρή, πόσο μορφωμένος είμαι και πόσες ακόμη γνώσεις έχω… Ναι, αλλά αυτό δεν με έκανε λιγότερο λαπά… Άκου με πού σού λέω...»
«Να τα πάρω από την αρχή, χωρίς διακοπές παρακαλώ… Ήμουν πού λέτε, περίπου 21 χρονών στο τρίτο έτος της Νομικής, νέος, όχι πολύ ωραίος, με γυαλιά και κακοντυμένος πρέπει να πω, από συνδυασμούς… ποτέ δεν το είχαμε στο σπίτι. Έτσι περιφερόμουν στη σχολή, αλλά ήμουν από τούς καλύτερους φοιτητές, σπασικλάκι γάρ, φίλους ελάχιστους, οι περισσότεροι θελαν βοήθεια στα μαθήματα μόνο και έτσι μού έκανε μεγάλη εντύπωση όταν με κάλεσε στο πάρτι του ο Αθηναίος. Αυτό ήταν το όνομα του και ήμασταν συμμαθητές, όλη μέρα ασχολιόμουν με το τί θα φορέσω. Η μητέρα μου μού αγόρασε καινούργιο πουκάμισο και κάλτσες και αφού ετοιμάστηκα όλοι στο σπίτι είπαν… - Αααα είσαι πολύ ωραίος - Ο μπαμπάς μού έδειξε κάποια βήματα χορού, βαλς για την ακρίβεια και ή αδελφή μου, 16χρόνων σέικ... Έτοιμος λοιπόν για την πρώτη επίσημη εμφάνιση μου, θα’ ταν και ή Κυριακή εκεί... Ένα κορίτσι πού μού άρεσε πάρα πολύ...και τα πόδια μου έτρεμαν... Έφθασα μαζί με τον φίλο μου τον Ανέστη, κρατώντας ένα κουτί σοκολατάκια, πολύς κόσμος, σχεδόν όλη η σχολή, μιας και ήταν δημοφιλής ο Αθηναίος. Δίπλα δε όλα τα κορίτσια και η..Κυριακή... -Χαμογέλα, μού είπε ο Ανέστης, και πήγαινε μίλησε της»
«Είναι πολύ όμορφη...»,είπα
«Μάς δέχθηκαν με ευγένεια, μάς προσέφεραν ...πορτοκαλάδα ζήτησα, λαπάς είπαμε και καθήσαμε σε μία γωνία κοιτώντας τούς άλλους να χορεύουν, -Τί κάνεις Στέφανε? Χαίρομαι πού ήρθες, χορεύουμε? μού είπε με ένα φωτεινό χαμόγελο η Κυριακή... Έτρεμαν τα πόδια μου και την κοιτούσα σαν χαζός όταν με έσπρωξε ο Ανέστης να χορέψουμε...»
«Ναι... βέβαια... τί χορός είναι είπα σαστισμένος, ένα γάργαρο γέλιο έφθασε στ’ αυτιά μου και μού είπε Σέικ. Πάμε… Χορέψαμε πολλές φορές μαζί και πάντα έμπαινε ανάμεσα μας ο Αθηναίος και δεν μπορέσαμε να μιλήσουμε όπως ήθελα»
«Δεν πειράζει και αύριο μέρα είναι…» είπε ο φίλος μου
«Περάσαμε πολύ ωραία, βλέπεις πώς γλεντάνε οι άνθρωποι και εμείς, πάντως σε συμπαθεί. Μίλα της αύριο κιόλας γιατί την πολιορκούν πολλοί και ειδικά ο Αθηναίος, άντε πάμε»
Πέρασαν πολλές μέρες, με την Κυριακή να μού μιλάει, να μού χαμογελάει, να με ρωτάει για τα μαθήματα, να κάθεται δίπλα μου στο αμφιθέατρο και εγώ μούγκα...
«Μίλα της βρέ λαπά…» να μού λέει ό Ανέστης
«Ζήτησες της να βγείτε...»
Εγώ έλιωνα αλλά σιωπή, ντρεπόμουν και έλεγα, σιγά μην κοιτάξει εμένα... Είναι τόσο όμορφη και έξυπνη....
Οι μήνες πέρασαν και τα χρόνια επίσης, τελειώσαμε, πήραμε πτυχίο και εγώ σιωπή...
Πήγα φαντάρος μετά και λίγο πριν πάρω απολυτήριο, έμαθε πώς η Κυριακή παντρευόταν τον Αθηναίο...
Έσπασε η καρδιά μου και έκλαψα με μαύρο δάκρυ...
Τα χρόνια πέρασαν, η ζωή πήρε τον δρόμο της και ξαφνικά πέρση, σε ένα συνέδριο, λίγο πριν την σύνταξη, μού σύστησαν την Πρέσβειρά μας στην Φιλανδία, την κυρία....
«Στέφανε», άκουσα την φωνή της
«Κυριακή...»
«Ναι καλέ μου εγώ είμαι…»
Είπαμε πολλά τρώγοντας μαζί, όταν ξαφνικά με ρώτησε
«Αλήθεια γιατί δεν μού μίλησες ποτέ? Περίμενα ξέρεις...αλλά εσύ αποδείχθηκες αυτό πού έλεγε ο Ανέστης...κότα, λαπάς... Κρίμα θα’ μασταν ωραίο ζευγάρι»
«Πάντα σε ήθελα και ντρεπόμουν. Μου λέγαν δεν κάνει η γυναίκα το πρώτο βήμα και... λαπάς και εγώ...»
Μην ρωτήστε παρακαλώ τίποτα… Πιείτε τον καφέ σας και θα μιλήσουμε για το νέο βιβλίο του φίλου σου την "ΑΝΝΑ"... Υπέροχο!