Το τσιράκι είναι τούρκικη λέξη (προφέρεται τσιράκ) και στην κυριολεξία σημαίνει μαθητευόμενος τεχνίτης, βοηθός μάστορα. Με τα χρόνια όμως η λέξη έχασε την αρχική της σημασία και έλαβε – τουλάχιστον στην Ελλάδα – μια καινούργια έννοια:
Την χρησιμοποιούμε πλέον κατά κόρον για να χαρακτηρίσουμε αυτόν που ακολουθεί κάποιον ισχυρότερο και τον υπηρετεί με δουλικό τρόπο προσπαθώντας να αποκομίσει προσωπικό όφελος.
Το είδος αφθονεί στις μέρες μας… πηγή: https://poiostigiati.gr/