Η ελληνική νομοθεσία δίνει το δικαίωμα της αμφισβήτησης μιας κλήσης, ενώ προβλέπει ακόμα και την παραγραφή της υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε βρεθεί στη δυσάρεστη θέση της καταβολής ενός προστίμου το οποίο μας επιβλήθηκε εξαιτίας μιας τροχονομικής παράβασης, ωστόσο, πριν φτάσει κανείς στο… ταμείο οφείλει να γνωρίζει τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να υπερασπιστεί την αθωότητα του ή τους λόγους για τους οποίους μπορεί να ελπίζει σε μια… θεόσταλτη παραγραφή.
Αν υποθέσουμε, λοιπόν, ότι η παράβαση για την οποία μάς έχει επιβληθεί ένα χρηματικό ή ακόμα και διοικητικό πρόστιμο ίσως αδικεί τις... αγαθές προθέσεις μας και το αστυνομικό όργανο στο οποίο καλούμαστε να απολογηθούμε δεν συμμερίζεται τη δική μας οπτική.
Σε αυτή την περίπτωση, η ορθότερη πρακτική είναι να παραλάβουμε τη βεβαίωση της παράβασης και εντός τριών ημερών να απευθυνθούμε στο αρμόδιο τμήμα της Τροχαίας υποβάλλοντας γραπτώς ένσταση και ζητώντας να αποσυρθούν οι όποιες κυρώσεις έχουν επιβληθεί.
Η ένσταση θα εξεταστεί από τους επικεφαλής της υπηρεσίας, η οποία είναι υποχρεωμένη να απαντήσει για το αν αναγνωρίζει κάποια… ελαφρυντικά σε σχέση με την παράβαση στην οποία έχει υποπέσει ο οδηγός.
Αν και σπάνια το χρηματικό πρόστιμο αναιρείται, δεν ισχύει το ίδιο για τις διοικητικές ποινές, η αναίρεση των οποίων συνηθίζονται σε παραβάσεις οι οποίες δεν ανήκουν στην κατηγορία των αντικοινωνικών.
Αξίζει να γνωρίζεται ότι σε πιθανή αφαίρεση πινακίδων ή διπλώματος οδήγησης, θα πρέπει να έχει ήδη πληρώσει το χρηματικό πρόστιμο ώστε να παραλάβετε από την αρμόδια τροχαία τα στοιχεία που σας έχουν αφαιρεθεί.
Στην περίπτωση που δεν προκύπτει κάποια διοικητική ποινή και είστε διατεθειμένοι να πάρετε το ρίσκο της μη πληρωμής του χρηματικού προστίμου, τότε μπορείτε να ελπίζετε σε μια ενδεχόμενη παραγραφή του.
Σύμφωνα με τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, οι απαιτήσεις για την είσπραξη εσόδων -συμπεριλαμβανομένων και των προστίμων του ΚΟΚ- παραγράφονται με την παρέλευση 20 ετών από την ταμειακή βεβαίωσή τους.
Το σενάριο αυτό, βέβαια, ενέχει το ρίσκο της μεταφοράς του χρηματικού προστίμου στην εφορία μια διαδικασία η οποία ωστόσο δεν έχει θεσπιστεί και εφαρμοστεί παρά το γεγονός ότι έχει αναγγελθεί.
Σε αυτήν την περίπτωση μάλιστα δεν θα κληθεί κάποιος να πληρώσει μόνο το ποσό του προστίμου αλλά και των προσαυξήσεων από την καθυστέρηση της καταβολής.
Μάλιστα, από τη στιγμή που το πρόστιμο μεταφερθεί στην εφορία θεωρείστε δεδομένο ότι θα αποτελέσει εμπόδιο για την έκδοση της περίφημης φορολογικής ενημερότητας αν δεν ρυθμιστεί με οποιοδήποτε τρόπο η συγκεκριμένη οφειλή.