Μες στο κεφάλι του κυρ Ηλία, που οι νέες ταυτότητες με το τσιπ τον αγριεύουν πολύ -αλλά, τελικά, δεν τον σκιάζει φοβέρα καμιά.
Τρέχω στο τμήμα να προλάβω. Εγώ δεν μασάω από νεοταξίτικα κόλπα και τσιπ και μιπ και φιπ. Είμαι παλιός εγώ. Όχι, θα κάτσω να σκάσω. Κι έτσι όπως έχει γίνει το πράμα, πρέπει να κάθεσαι και να δίνεις εξηγήσεις, να κάθεσαι να αποδεικνύεις στον άλλο, στον πάσα έναν άσχετο και αμόρφωτο, ότι δεν είσαι ελέφαντας. Ότι δεν είμαι, ρε φιλαράκι, ψεκασμένος, απλώς ψαγμένος.
Δεν μπορώ να φάω αμάσητο ό, τι κόλπο κατεβάζει η κούτρα εκείνων που κυβερνάνε αυτόν τον κόσμο. Το δίκιο μου μου’ μαθε από μικρό ο πατέρας μου να το διεκδικώ. Κι ούτε παλιομοδίτης είμαι, ούτε τίποτα. Εγώ μωρέ; Που’ δα με την εγγόνα μου την Μπάρμπι στο θερινό σινεμαδάκι στην Αιδηψό το καλοκαίρι; Κι όχι, δεν θα κάτσω να αραδιάσω τώρα τα κατορθώματά μου, κι αν έχω σταθεί οικογενειάρχης στο σπίτι μου ή αν τ’ αξίζω τα γαλόνια του συνταξιούχου μετά από σαραντατόσα χρόνια δουλειάς στην υπηρεσία.
Στην αρχή, ήταν το Facebook. Έπειτα, το άλλο, με τις γυμνές, το Ίνσταγκραμ και μετά αυτό με τα βίντεο και τις γελοιότητες, το Τίτοκ ή όπως το λένε. Καλέ, σπάνε αυγά σε κεφάλια μωρών εκεί μέσα, τα δόλια πλαντάζουν στο κλάμα κι οι μάνες παίρνουν λέει λάικς. Μωρ’ δε σφάξανε! Εμείς αλλιώς τα μάθαμε, όχι και να τα ισοπεδώσουμε πια και όλα…
Διαβάστε τη συνέχεια ΕΔΩ