Κουβέντα στην «αυλή»… με την ηθοποιό Φιλίππα Κουτούπα, με αφορμή την συμμετοχή της στη θεατρική παράσταση «Ανάμεσα σε δύο κόσμους», στο Σύγχρονο Θέατρο.
Ξεκινώντας την κουβέντα μας, θα ήθελα να πάμε μερικά χρόνια πίσω και να σας ρωτήσω, τι ήταν αυτό που σας ώθησε ν’ ασχοληθείτε με την υποκριτική;
Το “ταξίδι” μου με τις τέχνες ξεκίνησε πρώτα με τον χορό και την μουσική. Υπάρχουν κάτι παλιές βιντεοκασέτες/ντοκουμέντα με αυτοσχέδια μουσικοχορευτικά σόου στο σαλόνι του σπιτιού, τα οποία ενώ τώρα τα βλέπω και γελάω -κυρίως με τον αδελφό μου που με κοροϊδεύει στην γωνία-, είναι ξεκάθαρο ότι τότε είχαν γίνει με απόλυτη αφοσίωση και αγάπη. Όταν ενηλικιώθηκα, λοιπόν, επειδή δεν μπορούσα να αποφασίσω ανάμεσα σε μια χορευτική ή μουσική καριέρα, αποφάσισα να σπουδάσω Musical Theatre, ελπίζοντας ότι αυτό θα ξεδιαλύνει κάπως τα πράγματα. Εκεί που κατέληξα, ωστόσο, είναι ότι τίποτα από τα δύο δεν έχει νόημα αν δεν μπορείς να πεις μια ιστορία. Η υποκριτική είναι ουσιαστικό κομμάτι και των δύο. Και έτσι, αντί να με κερδίσει o χώρος των Musical, βγαίνοντας από την σχολή επικεντρώθηκα ακόμα περισσότερο στην καθαρή υποκριτική, τόσο με τις μετέπειτα σπουδές μου, όσο και με τις επαγγελματικές μου επιλογές. Πλέον είναι η αγαπημένη μου τέχνη, και τα άλλα δύο προστίθενται, το δίχως άλλο με χαρά, όποτε μου δίνεται η ευκαιρία.
Τι σημαίνει η λέξη «σανίδι» για εσάς;
«Σανίδι», όταν μιλάμε για την υποκριτική, για μένα σημαίνει ελευθερία. Ως ηθοποιοί, στην τηλεόραση και το σινεμά, συνήθως έχουμε να κάνουμε κάτι πολύ συγκεκριμένο. Σίγουρα και εκεί υπάρχει αναζήτηση, υπάρχει δημιουργία… αλλά είναι πάνω κάτω ένα πάντρεμα του οράματος του σκηνοθέτη, των ιδεών του ηθοποιού για τον ρόλο και της έμπνευσης της στιγμής. Κάνεις μια, δύο, δέκα λήψεις, και κάποια στιγμή έρχεται αυτό που πρέπει για να ειπωθεί η ιστορία “σωστά”. Αλλά το “σανίδι” για μένα είναι ένας ζωντανός οργανισμός. Δεν υπάρχει σωστό και λάθος, υπάρχει μόνο εκείνη η στιγμή. Μένουμε πιστοί στην σκηνοθεσία και στο κείμενο, φυσικά, αλλά κάθε βράδυ είναι διαφορετικό. Και αυτό εμένα μου αρέσει πολύ, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να ανακαλύψεις για τον ρόλο. Και αν είσαι τυχερός και βρεις κάτι καινούριο, μένει μέσα σου, και έτσι χτίζεις και χτίζεις, και αυτός ο άνθρωπος που υποδύεσαι στην σκηνή γίνεται όλο και πιο πλούσιος, όλο και πιο αληθινός.
Δεύτερη χρονιά για την παράσταση «Ανάμεσα σε δύο κόσμους», μ’ εσάς να καλείστε να μεταφέρετε στον θεατή, όλη εκείνη τη μαγεία του έρωτα & τον «χείμαρρο» των συναισθημάτων των ηρώων. Μιλήστε μας λίγο για τον δικό σας ρόλο.
Η Κλάρα είναι ένας ρόλος που αγάπησα από την πρώτη στιγμή. Για το θάρρος της, για την αλήθεια της, και για το πάθος που χαρακτηρίζει την κάθε της κίνηση. Χωρίς να κρίνουμε αν αυτό είναι πάντα σωστό ή πρακτικό… είναι χαρακτηριστικά για τα οποία την θαυμάζω. Αλλά παράλληλα, είναι και αυτά που της γεννούν τις αδυναμίες της: τον εγωισμό, τον έντονο αυθορμητισμό της, την ξεροκεφαλιά της. Το ότι παίζουμε το έργο για δεύτερη χρονιά με κάνει ιδιαίτερα χαρούμενη, γιατί μπορώ να “βουτήξω” πιο βαθιά σε αυτόν τον ρόλο, και να βρω πράγματα για αυτήν που πέρσυ ίσως και να μου είχαν διαφύγει.
Ποιο στοιχείο ήταν εκείνο που «πρόσθεσε» έντεχνα η Κωνσταντίνα Νικολαΐδη στην παράσταση και της έδωσε αυτόν τον έντονο ψυχισμό;
Καταρχήν, η υπέροχη μουσική του Σοπέν. Έχει δέσει τόσο φυσικά με αυτό το έργο… σαν να είχανε γραφτεί μαζί. Και η αλήθεια είναι, ότι αυτό δεν είναι πολύ μακριά από την πραγματικότητα, καθώς ο συγγραφέας και ο Σοπέν ήταν συχνά στους ίδιους κύκλους και κάνανε παρέα. Μάλιστα, και οι δύο αυτοί άντρες αγάπησαν πραγματικά, χωρίς όμως να μπορέσουν να γευτούν την ευτυχία… πράγμα που αντικατοπτρίζεται υπό μία έννοια και στο πρόσωπο του Γιάκοφ (του κεντρικού χαρακτήρα). Το γεγονός ότι η Κωνσταντίνα “έντυσε” την παράσταση αποκλειστικά με μουσική του Σοπέν, εκτός του ότι συντροφεύει πολύ όμορφα την ιστορία του Τουργκένιεφ, πιστεύω αναδεικνύει το έργο και των δύο. Ο ένας ρίχνει φως στην ιστορία του άλλου -γιατί όταν μιλάμε για μεγάλους συνθέτες, νομίζω η μουσική κρύβει από πίσω τις χιλιάδες λέξεις- .
Υπάρχει πιστεύετε προσέγγιση της φιλοσοφίας του χθες της παράστασης, με το σήμερα;
Πιστεύω ότι η ιστορία που έγραψε ο Ιβάν Τουργκένιεφ, παρόλο που είναι ενδεδυμένη με έναν Ρώσικο Ρομαντισμό και έχει στοιχεία μιας άλλης εποχής, είναι διαχρονική. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που έχει κλειστεί στον δικό του κόσμο, και έχει αποκοπεί από τις ουσιαστικές ανθρώπινες σχέσεις και απολαύσεις. Μπορεί οι άνθρωποι σήμερα να μην “κρύβονται” από τη ζωή βουτώντας στα βιβλία όπως ο Γιάκοφ, αλλά σίγουρα έχουν περισσότερους τρόπους -και λόγους ίσως- να το κάνουν. Η ευκολία του internet, των social media και γενικά των εκατοντάδων ερεθισμάτων που δεχόμαστε καθημερινά, είναι ένας κόσμος στον οποίο εύκολα χάνεται όποιος θέλει να χαθεί. Προφανώς δεν κάνουμε αυτή τη σύνδεση άμεσα στην παράσταση αλλά, κατά την άποψη μου, όλα τα -βαθιά- ανθρώπινα ερωτήματα παραμένουν τα ίδια ανά τις εποχές… απλά αλλάζουν ρούχα.
Ποιο μήνυμα – κάλεσμα, θα «στέλνατε» σ’ έναν υποψήφιο θεατή ώστε να δει την παράσταση;
Υπάρχουν κάποιοι έρωτες, και αγάπες που μοιάζουν πολύ μεγάλοι για να είναι αληθινοί. Κάποιες ιστορίες πολύ “επικές” για να πιστέψουμε ότι υπήρξαν κάποτε στον χρόνο, ή μπορούν να υπάρξουν στο μέλλον. ΑΝ όμως υπάρχουν πραγματικά… πόσο όμορφη σκέψη, το ότι η ανθρώπινη ψυχή έχει την δυνατότητα να αγαπήσει τόσο πολύ; Ακόμα και αν δεν σταθούμε αρκετά τυχεροί όλοι για να το βιώσουμε. Είναι μια από τις σκέψεις που έχουν προκύψει μέσα από συζητήσεις και αναζητήσεις πάνω στο συγκεκριμένο κείμενο. Καλώ λοιπόν τους θεατές να δουν αυτή την παράσταση, για να συλλογιστούν μαζί μας, και με τους χαρακτήρες και με τον συγγραφέα… αν είναι τελικά η αγάπη η απάντηση στο ερώτημα της ύπαρξης.
Θα σας δούμε και κάπου αλλού φέτος; Ποια είναι τα «άμεσα» σχέδιά σας;
Αυτόν τον καιρό επί σκηνής παίζω μόνο την Κλάρα. Η αλήθεια είναι ότι είχα μια πρόταση και για μια άλλη παράσταση, αλλά δυστυχώς δεν έβγαινε το πρόγραμμα των προβών, οπότε απλά ανυπομονώ την παρακολουθήσω ως θεατής όταν έρθει η ώρα. Γενικά, επειδή από την πανδημία και μετά ήρθε η ζωή μου τούμπα (κάποιες ευκαιρίες χάθηκαν και άλλες, που δεν περίμενα, ήρθαν)… δεν κάνω πολλά σχέδια. Απλά απολαμβάνω όσα έρχονται. Παρόλα αυτά, όσον αφορά την καινούρια χρονιά, είμαι σε συζητήσεις για μια νέα σειρά… στην οποία αν όλα πάνε καλά, θα χαρώ πολύ να συμμετάσχω γιατί είναι με ανθρώπους και συνεργάτες που εκτιμώ πολύ.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σας θεατρικός συγγραφέας;
Έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία στον Άρθουρ Μίλερ. Μου αρέσει πάρα πολύ η μαεστρία με την οποία έθιγε επίκαιρα -και κατά τη γνώμη μου διαχρονικά- κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα μέσα από ιστορίες για τα πάθη απλών ανθρώπων. Οι κεντρικοί χαρακτήρες του δεν ήταν αλάνθαστοι, αλλά έκαναν εν τέλη αυτό που τους έλεγε η ψυχή και η ηθική τους. Κάθε φορά που καταπιάνομαι με ένα νέο έργο του Μίλερ, νιώθω ότι βρίσκω ένα κομμάτι της ανθρωπιάς μου, που είτε είχα ξεχάσει ότι υπήρχε, είτε δημιουργείται εκ νέου.
Ποια είναι η αγαπημένης σας ατάκα;
Είναι αρκετές… Νομίζω σε κάθε (αγαπημένο) έργο που έχω διαβάσει, υπάρχει και μια ατάκα, η οποία με έχει αναγκάσει να σταματήσω αυτό που κάνω και να σκεφτώ… ή να χαθώ! Μια που έρχεται στο μυαλό, είναι του Μίλερ, απο το έργο “Οι Μάγισσες Του Σάλεμ” (The Crucible). Ο Τζον Πρόκτορ αναφέρεται σε ένα χαρτί με την υπογραφή του στο οποίο εξομολογείται, χωρίς να το πιστεύει πραγματικά, ότι τον έχει παρασύρει ο διάβολος -προκειμένου να γλιτώσει τον απαγχονισμό-. Το παραθέτω στα Αγγλικά, γιατί έτσι το πρωτοδιάβασα και έτσι ταρακουνήθηκα εκείνη την πρώτη φορά.
“Beguile me not! I blacken all of them when this is nailed to the church the very day they hang for silence!”
Αν σας ζητούσε ένα παιδί μια συμβουλή, τι θα του λέγατε;
Να εκφράζεται! Με λόγια, με τραγούδια, με ζωγραφιές… Αν όλοι μαθαίναμε από παιδιά να μοιραζόμαστε τις ιδέες και την τέχνη που υπάρχει μέσα μας -στον καθένα από εμάς-, η κοινωνία μας θα ήταν πολύ διαφορετική.
Η Φιλίππα Κουτούπα γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε Musical Theatre και επαγγελματικό χορό στη σχολή Laine Theatre Arts στο Λονδίνο. Έμεινε για τα επόμενα χρόνια στην Αγγλία και εργάστηκε στο θέατρο και τον κινηματογράφο ενώ παράλληλα εμβάθυνε πάνω στη μέθοδο Στανισλάφσκι στο studio του δασκάλου Sam Rumbelow. Από μικρή ηλικία ασχολείται με την μουσική, κυρίως την Κλασσική Κιθάρα και το τραγούδι, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει ερασιτεχνικά την συγγραφή και την σύνθεση.
Ως ηθοποιός στην Αγγλία, συνεργάστηκε με σκηνοθέτες όπως οι: David Leitch, David Yates, Andrij Parekh, Tudor Davies, Stephen Brooker (κ.α.), και με καταξιωμένους χορογράφους, μεταξύ άλλων οι Matt Flint, Darren Carnall, και Barbara Evans. Έχει δουλέψει με γνωστούς ηθοποιούς όπως οι: Johnny Depp (Fantastic Beasts), Alden Ehrenreich & Jessica Brown Findlay (Brave New World), Dwayne Johnson & Jason Statham (Fast & Furious Presents: Hobbs & Shaw).
Ενώ διατηρεί μια βάση στο Λονδίνο, τα τελευταία χρόνια ζει τον περισσότερο καιρό στην Αθήνα, όπου εργάζεται ως ηθοποιός στο θέατρο και την τηλεόραση.
Διαβάστε για την παράσταση ΕΔΩ
Για τον aylogyros news και τον Παύλο Ανδριά