Η Αθήνα θεωρείται μία από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες με το υψηλότερο ποσοστό θανάτων που σχετίζονται με την έλλειψη προσβάσιμου πρασίνου, σύμφωνα με τα συμπεράσματα πρόσφατης μεγάλης έρευνας. Ωστόσο, κι άλλες ελληνικές πόλεις (Θεσσαλονίκη, Σέρρες, Καβάλα, Βόλος κ.ά.) βρίσκονται ανάμεσα σε αυτές που αντιμετωπίζουν σημαντικό πρόβλημα.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, μεταξύ των πόλεων με τη μεγαλύτερη θνησιμότητα λόγω ανεπαρκούς πρόσβασης σε πράσινο συγκαταλέγονται αρκετές πόλεις στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Ανατολική Ευρώπη και τη Βαλτική, καθώς και πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Ειδικότερα, οι πρωτεύουσες με το μεγαλύτερο πρόβλημα θεωρούνται η Αθήνα, οι Βρυξέλλες, η Βουδαπέστη, η Κοπεγχάγη και η Ρίγα.
Σχεδόν το 88% του πληθυσμού της Αθήνας (της μητροπολιτικής περιοχής) και της Θεσσαλονίκης εκτιμάται ότι δεν πληροί τον ελάχιστο στόχο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για πρόσβαση σε κοντινό χώρο πρασίνου, ώστε να αποφευχθούν 1.431 θάνατοι ετησίως στην πρωτεύουσα και 245 στη συμπρωτεύουσα. Από την άλλη πλευρά, η Λάρισα, τα Ιωάννινα, τα Χανιά, η Πάτρα, τα Τρίκαλα και η Καλαμάτα εκτιμάται ότι βρίσκονται σε συγκριτικά καλύτερη θέση από τις ελληνικές πόλεις.
Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Υγείας (ISGlobal) της Βαρκελώνης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό The Lancet Planetary Health, ανέλυσαν στοιχεία του 2015 από περισσότερες από 1.000 πόλεις σε 31 ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες αξιολογήθηκαν και κατατάχθηκαν με βάση ένα βασικό κριτήριο: τον δείκτη πρασίνου και τη συσχέτισή του με τον δείκτη θνησιμότητας σε κάθε πόλη. Όσο χαμηλότερα βρίσκεται μια πόλη στη διεθνή κατάταξη, τόσο χαμηλότερη θεωρείται η θνησιμότητα λόγω της ανεπαρκούς πρόσβασης όλων των κατοίκων της σε κοντινό πράσινο χώρο.
Έτσι, εκτιμήθηκε ότι οι 5 πόλεις με την αναλογικά υψηλότερη θνησιμότητα λόγω ανεπαρκούς πρασίνου είναι αντίστοιχα η Τεργέστη και το Τορίνο στην Ιταλία (με 74% και 92% του πληθυσμού τους αντίστοιχα να έχουν ανεπαρκή πρόσβαση σε πράσινο με βάση πάντα τις συστάσεις που έχει δώσει ο ΠΟΥ), το Μπλάκπουλ στη Βρετανία, η Χιχόν στην Ισπανία και οι Βρυξέλλες στο Βέλγιο. Από την άλλη πλευρά, οι πέντε πόλεις με τη χαμηλότερη θνησιμότητα λόγω ανεπαρκούς πρασίνου είναι οι πόλεις Elche και Telde στην Ισπανία (με 20% και 33% του πληθυσμού τους κάτω από τα συνιστώμενα από τον ΠΟΥ όρια), η Guimaraes στην Πορτογαλία, η Perugia στην Ιταλία και η Cartagena στην Ισπανία.
Οι ερευνητές τόνισαν ότι οι χώροι πρασίνου συνδέονται με πολλαπλά οφέλη για τη σωματική, ψυχική και πνευματική υγεία και, κατά συνέπεια, με μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής. Το πράσινο αντισταθμίζει επίσης σε κάποιο βαθμό την ατμοσφαιρική ρύπανση, τη ζέστη και τον θόρυβο, απορροφά το διοξείδιο του άνθρακα, μετριάζει την κλιματική αλλαγή και διευκολύνει την άσκηση, την αναψυχή και την κοινωνικοποίηση.
Ο ΠΟΥ συνιστά, βάσει επιστημονικών μελετών, την καθολική πρόσβαση των κατοίκων των πόλεων σε χώρους πρασίνου, θέτοντας ως ελάχιστο όριο την ύπαρξη χώρου πρασίνου τουλάχιστον μισού εκταρίου (πέντε στρεμμάτων) σε ευθεία γραμμή έως 300 μέτρα από κάθε σπίτι.
Η νέα μελέτη χρησιμοποίησε τον Δείκτη Βλάστησης Κανονικοποιημένης Διαφοράς (Normalized Difference Vegetation Index – NVDI), ο οποίος λαμβάνει υπόψη – με τη βοήθεια δορυφορικών φωτογραφιών – όλα τα είδη πρασίνου σε μια πόλη, όπως δέντρα σε δρόμους και πλατείες, ιδιωτικούς κήπους, πάρκα και άλλα. Μετά, οι ερευνητές υπολόγισαν πόσοι θάνατοι από φυσικά αίτια θα είχαν αποφευχθεί σε κάθε πόλη, αν αυτές είχαν καταφέρει να συμμορφωθούν με το ελάχιστο όριο του ΠΟΥ. Το συμπέρασμα ήταν ότι σχεδόν τα 2/3 (62%) του πληθυσμού των ευρωπαϊκών πόλεων ζουν σε περιοχές με λιγότερο πράσινο από το συνιστώμενο, γεγονός που αντιστοιχεί σε σχεδόν 43.000 πρόωρους θανάτους (2,3% των συνολικών θανάτων από φυσικά αίτια).
Πηγή:
Με πληροφορίες από athina984.gr - https://enallaktikidrasi.com/