Έφυγαν από την «φτωχή» Αλβανία και ήρθαν στην «πλούσια» Ελλάδα πριν 15 χρόνια. Έψαξαν να βρουν δουλειά για μια καλύτερη ζωή. Ζωντάνεψαν «άδεια» χωριά της υπαίθρου, γέμισαν τα σχολεία, έπεσαν θύματα ρατσισμού και πολλές φορές...
Κάποια στιγμή αναγκάστηκαν να «συνδικαλιστούν» κιόλας για να βάλουν πλαφόν στα μεροκάματα. Μια «συμφωνία κυρίων» που τηρήθηκε από όλους. Δεκαπέντε χρόνια μετά , συνεχίζουν να εργάζονται εδώ.
Τώρα κανείς δεν τους κατηγορεί ότι «τρώνε» τις δουλειές ή δεν απορεί όταν σε ένα χωριό οι αλλοδαποί δουλεύουν και οι Έλληνες κάθονται στα καφενεία άπραγοι.
Διότι, ακόμα και σήμερα, που η πλειοψηφία του πληθυσμού υποφέρει από την ανεργία, όχι μόνο στα αστικά κέντρα αλλά και στα χωριά, ακόμα και αυτά που κάποτε θεωρούνταν πιο «εύπορα», οι οικογένειες των Αλβανών βρίσκουν απασχόληση, επειδή ... δε λένε "όχι" στη δουλειά.
Κι αυτό, σε αντίθεση με τους Έλληνες που είναι πιο «επιλεκτικοί» παρά το γεγονός ότι τους προσφέρονται 25 ευρώ μεροκάματο και ασφάλιση.
Αυτό το παράδοξο το συναντήσαμε και το καλοκαίρι την εποχή του τρύγου (δείτε εδώ) αλλά και αυτήν την περίοδο. Με αφορμή το ρεπορτάζ του MadeinCreta για το σταμναγκάθι, ρωτήσαμε τον παραγωγό κ. Νίκο Μαυρουδάκη αν στο εργατικό του δυναμικό – περίπου 20 άτομα- υπάρχουν και Έλληνες.
Η απάντηση που μας έδωσε, ήταν βέβαια η αναμενόμενη, διότι την έχουμε ακούσει και άλλες φορές.«Έψαχνα να βρω Έλληνες αλλά δυστυχώς δεν μπόρεσα, για αυτό και όλοι οι εργάτες μου είναι ξένοι , που μένουν όμως χρόνια στην περιοχή» - είπε.
Στον Πλάτανο μένουν δέκα οικογένειες από την Αλβανία. Όλοι ήρθαν εδώ περίπου την ίδια περίοδο και εγκαταστάθηκαν. Εδώ γέννησαν τα παιδιά τους, εδώ είναι πλέον ο τόπος τους. Ελληνικά μιλάνε περισσότερο και όχι αλβανικά.
Το MadeinCreta συνομίλησε με δυο από τις γυναίκες που εκείνη την ώρα εργάζονταν στη γη.
Η κ. Αφροδίτη Ντόκο μένει στον Πλάτανο τα τελευταία 15 χρόνια. Ήρθε στην Κρήτη με το σύζυγό της. Σε αυτό το μικρό χωριό της Μεσαράς γέννησε, τους δυο γιους της, οι οποίοι μεγάλωσαν πια. Ο ένας πάει στο Γυμνάσιο και ο άλλος στο Λύκειο.
Η κρίση δεν έπληξε τόσο την οικογένεια της, όσο άλλες. Μπορεί το εισόδημα να μειώθηκε αλλά χωρίς δουλειά στο σπίτι δεν έμειναν.
«Είμαστε ευχαριστημένοι, δεν είχαμε πρόβλημα μέχρι τώρα και δεν έχουμε μείνει χωρίς δουλειά. Τις κάνουμε όλες, δε λέμε όχι, ό,τι βρίσκουμε. Εγώ καθαρίζω σπίτια, προσέχω γυναίκες, κάνω αγροτικές δουλειές, ότι μπορώ».
Με το πρώτο κύμα μετανάστευσης από την Αλβανία ένα χρόνο νωρίτερα από την κ. Αφροδίτη ήρθε στη Μεσαρά και η κ. Μπάρδα Τσόρι. Μαζί με τον άντρα της και το δίχρονο τότε γιό της, εγκατέλειψαν το σπίτι τους και την πατρίδα τους, για μια καλύτερη ζωή, διότι "οικονομικά η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη", όπως είπε στο MadeinCreta.
Και αυτήν την καλύτερη ζωή την βρήκαν σε μια άλλη πατρίδα, για αυτό και κάνουν υπομονή. Η κ. Μπάρδα μερικές φορές έμεινε χωρίς δουλειά, αλλά είναι εύκολο να ξενιτευτείς για δεύτερη φορά έχοντας πλέον δύο παιδιά που δεν έχουν τελειώσει το σχολείο;
«Στην αρχή που ήρθαμε στην Ελλάδα δυσκολευτήκαμε λίγο. Εμείς φύγαμε από την Αλβανία επειδή οικονομικά ήταν δύσκολα αλλά δεν μπορούμε να φύγουμε ξανά. Είναι και τα παιδιά μας στο σχολείο, δε γίνεται. Τώρα με τις αγροτικές εργασίες και τις ελιές έχει δουλειά έχουν έρθει και μερικοί Ρουμάνοι για να δουλέψουν περιστασιακά και να φύγουν πάλι».
Αξίζει να σημειωθεί ότι στον Πλάτανο με τους 150 μόνιμους κατοίκους, προ κρίσης ο πληθυσμός διπλασιαζόταν από τους εποχιακούς εργάτες που έρχονταν κυρίως από Αλβανία, Ρουμανία και Βουλγαρία για να δουλέψουν στις ελιές και στον τρύγο.
Βέβαια χιλιάδες ήταν και οι μετανάστες της Κρήτης απο αυτές τις χώρες που έφυγαν, μετά την κρίση, από τη δεύτερη τους πατρίδα, για να βρουν μια τρίτη και να ζήσουν.Όπως χιλιάδες είναι και οι Έλληνες που έκαναν ακριβώς το ίδιο...