Εμείς διαβάζουμε, γράφουμε την κριτική μας, αλλά και ρωτάμε τον «δημιουργό», για να μας αποκαλύψει τις κρυφές πτυχές του έργου του…
ΚΡΙΤΙΚΗ: Κάνοντας χρήση μιας γραφής γεμάτη συναισθήματα, εικόνες και λέξεις πλημμυρισμένες από αγάπη για το χθες, για τα όσα οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν τη δύναμη, όσα χρόνια και αν περάσουν, να κρατήσουν αναλλοίωτες, ο Παναγιώτης Ράπτης καταφέρνει με μεγάλη επιτυχία να μας κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον έως την τελευταία σελίδα.
Ένα ταξίδι στο χθες, εκεί που οι ανθρώπινες σχέσεις καθημερινά εξέφραζαν δια ζώσης τα όσα ένιωθαν, κερδίζει τον αναγνώστη και παράλληλα τον ενημερώνει για τα όσα χάθηκαν στο πέρασμα του χρόνου, του ξυπνάει μνήμες και του επιτρέπει να «φανταστεί» ένα αύριο… με τον άνθρωπο, κύριο συστατικό του.
Βέβαια, εκεί που αξίζει να σταθούμε… είναι στο πως ο συγγραφέας καταφέρνει και βρίσκοντας τον τρόπο για να αποδράσει από μια «δύσκολη» στιγμή και ξεδιπλώνει το ταλέντο του, μέσα από αρκτετές χιλιάδες λέξη.
Ταξιδέψτε μαζί του και απολαύστε τη διαδρομή…
Αλλά ας ακούσουμε τον ίδιο τι έχει να μας πει, γι’ αυτό το συγγραφικό του δημιούργημα…
Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Η τάση για συγγραφή υπήρξε από μικρό παιδί. Θυμάμαι τον εαυτό μου να γράφει το πρώτο μου έργο – ήταν ένα σύντομο αφήγημα επιστημονικής φαντασίας – για την εφημερίδα του δημοτικού σχολείου. Όλοι οι άνθρωποι που παίρνουν την απόφαση να γράψουν κάτι νέο δέχονται κάποιο ερέθισμα, μικρό ή μεγάλο. Στη δική μου περίπτωση αυτό ήταν η αναπάντεχη και πολύμηνη νοσηλεία της μητέρας μου στο νοσοκομείο, εξαιτίας του κορονοϊού. Ένα τόσο δραματικό γεγονός αλλάζει τον άνθρωπο, τον κάνει να αναθεωρήσει όσα συμβαίνουν αλλά και συνέβησαν γύρω του στο παρελθόν. Κάθε τι άλλο μοιάζει πια μικρό, έως και ασήμαντο θα έλεγε κανείς, μπροστά στην απρόσμενη προοπτική της απώλειας του γονιού. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, που έφτασε σχεδόν τους τέσσερις μήνες, έπρεπε να αντιμετωπίσω ψυχολογικά αυτό που συμβαίνει, καθώς τόσο εγώ, όσο και οι στενοί συγγενείς μας, το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να περιμένουμε ένα θαύμα, κάτι που στη δική μας την περίπτωση έγινε, σε άλλους συνανθρώπους μας δυστυχώς όχι. Σε αυτό το χρονικό διάστημα των τεσσάρων μηνών εγώ κλήθηκα να συνεχίζω τις δραστηριότητές μου· έπρεπε να συνεχίζω να πηγαίνω στην εργασία μου, να έχω επαφές με τους φίλους μου, να βγαίνω έξω, καθώς δε μπορεί ένας άνθρωπος να μένει κλεισμένος για ένα τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα στους τέσσερις τοίχους, χωρίς να κάνει τίποτα. Η συγγραφή του βιβλίου ήταν, θα μπορούσε να πει κανείς, το ψυχολογικό μου στήριγμα, ο τρόπος να συνεχίσω την καθημερινότητα περιμένοντας το τηλεφώνημα, εκεί γύρω στο μεσημέρι, για να μάθω αν μπορούσαμε ακόμα να ελπίζουμε. Όταν πιέζεται ψυχολογικά ένας άνθρωπος μπορεί πολλά, μπορεί και να γράψει εξακόσιες σελίδες, μπορεί πολλά περισσότερα. Είναι ευνόητα φυσικά πως τα πραγματικά γεγονότα προσαρμόστηκαν στις ανάγκες μιας μυθιστορίας, ακόμα κι έτσι όμως αυτό ήταν κάτι που αναμφισβήτητα με βοήθησε ψυχολογικά πάρα πολύ.
Οι ανθρώπινες σχέσεις ακολουθούν μια πορεία βάσει τυχαίων γεγονότων ή μοιραίων συσχετισμών;
Η απάντηση είναι πως όλοι, σε μικρότερο ή σε μεγαλύτερο βαθμό, έχουμε τις εμπειρίες μας, οι οποίες μοιραία καθορίζονται και από το τυχαίο ή τη συγκυρία. Αυτό όμως που θα πρέπει να μας ξεχωρίζει είναι η ικανότητα, η θέλησή μας αν θέλετε, να ανταποκριθούμε σε κάτι που μας συνέβη και αυτό να αποτελέσει το ερέθισμα να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι και να μην αντιδρούμε για δεύτερη και τρίτη φορά με τον ίδιο εγωιστικό ή λανθασμένο τρόπο. Θα πρέπει μια εμπειρία, λιγότερο ή περισσότερο δυσάρεστη από το φιλικό περιβάλλον ή αυτό των προσωπικών σχέσεων, να μας κάνει να αναρωτηθούμε αν αντιδράσαμε σωστά. Να γυρίσουμε πίσω και να αναλογιστούμε «όσα είπα και όσα έκανα, είχαν καμία σημασία μετά από τρία, τέσσερα και πέντε χρόνια;». Αν δεν το κάνουμε αυτό, τότε υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να έχουμε την ίδια συμπεριφορά και μάλιστα σε ανθρώπους που δε φταίνε για ότι λιγότερο ή περισσότερο δυσάρεστο μας συνέβη στο παρελθόν. Δεν πρόκειται φυσικά, στους περισσότερους από εμάς τουλάχιστον, να συμβεί αυτό που συνέβη στους τρεις από τους πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος, το Δημήτρη, τον Αντώνη και τη Φανή - το πιθανότερο είναι πως θα μας συμβεί κάτι λιγότερο δραματικό. Ακόμη και έτσι όμως, αυτό θα πρέπει να μας κάνει καλύτερους προς τους συνανθρώπους μας και να μην κρατάμε απωθημένα που στο τέλος θα βλάψουν ψυχικά μόνο εμάς και κανένα άλλον.
Πως το παρελθόν επηρεάζει την πορεία της ζωής των ηρώων του βιβλίου σας;
Εδώ θα πρέπει να εξηγήσω κάτι, το σενάριο αυτό της εικοσαετίας ήταν ένα λογοτεχνικό σενάριο που είχα διαβάσει σε μικρότερη ηλικία και μου άρεσε πολύ, ήταν για μένα πάντα μια πρόκληση να καταφέρω κάποτε να γράψω ένα μυθιστόρημα, όπου οι βασικοί ήρωες συναντιούνται ξανά μετά από πολλά χρόνια, ύστερα από ένα δραματικό γεγονός. Ήταν κάτι που το προσπάθησα να κάνω και στο παρελθόν, χωρίς να μείνω ευχαριστημένος από το τελικό αποτέλεσμα, γι’ αυτό και δεν το δημοσίευσα. Πιστεύω πως αυτή τη φορά τα πήγα καλύτερα, πως οι βασικοί ήρωες του μυθιστορήματος, δίπλα στον ξεχωριστό χαρακτήρα που έχει ο καθένας, αποτελούν ένα κομμάτι, μικρό η μεγάλο της εξέλιξης της ιστορίας, καθώς το παρελθόν φυσικά τους επηρεάζει και άφησε, ειδικά στους χαρακτήρες της Θεσσαλονίκης, μια πικρή γεύση από το χθες. Ένα βάρος που το μετέφεραν στο σήμερα και αυτό νομίζω πως φαίνεται μέχρι τα τελευταία κεφάλαια, όπου είχαμε τη συνάντηση των δύο φίλων, του Δημήτρη και του Αντώνη, μετά από πολλά χρόνια.
Πιστεύετε πως μπορούμε να «επουλώσουμε» τα τραύματα του χθες;
Το αν θα «επουλώσουμε» ένα τραύμα από το χθες, γεγονός που είναι πιθανό φυσικά να συμβεί στον καθένα, είναι κάτι που μπορούμε και οφείλουμε να το κάνουμε. Είναι λάθος να αφήνουμε το παρελθόν να μας κυνηγάει και να μας επηρεάζει στις αποφάσεις του σήμερα, όχι μόνο γιατί μας κάνει να ταλαιπωρούμαστε συνειδησιακά, αλλά γιατί θα έχει ως αποτέλεσμα να φερόμαστε με λάθος τρόπο στους ανθρώπους γύρω μας, όπως έκανε ο Δημήτρης με την Αθηνά στο βιβλίο. Είναι σίγουρο πως όλοι, ή σχεδόν όλοι, κάναμε μια αναδρομή με τον εαυτό μας και τον «πιάσαμε» να φέρθηκε λάθος σε ένα φίλο ή μια καινούργια γνωριμία που θα μπορούσε να έχει καλύτερη κατάληξη για εμάς, αν δε μεταφέραμε τα άγχη και τις φοβίες του παρελθόντος. Ο άνθρωπος που κουβαλάει το τραύμα του χθες είναι ένας άνθρωπος που δε χαίρεται τη ζωή στο σήμερα, αυτό είναι μια πολύ σημαντική σκέψη που θα πρέπει πάντα να κάνουμε με τον εαυτό μας, όταν βασανιζόμαστε από μια δυσάρεστη εμπειρία που συνέβη παλιότερα.
Ποιο μήνυμα θα στέλνατε στους αναγνώστες, για να διαβάσουν αυτό σας το βιβλίο;
Στους νέους κάτω των τριάντα τους προτείνω να το διαβάσουν για ένα πολύ απλό λόγο· για να δουν πως ήταν η ζωή των έφηβων και των φοιτητών, όταν τα κινητά και η ψηφιακή τεχνολογία δεν επηρέαζαν τόσο πολύ τη ζωή μας. Σε καμία περίπτωση δεν έχω σκοπό να γίνω τιμητής ή να νουθετήσω αυστηρά κανένα νέο παιδί, τους προτείνω όμως να δουν μέσα από τις σελίδες του βιβλίου πως οι άνθρωποι κάποτε διασκέδαζαν, σπούδαζαν, έβγαιναν για ένα καφέ, γνώριζαν κάποιον/-α χωρίς μια συσκευή να γίνεται προέκταση του χεριού τους και χωρίς να ποστάρουν κάθε μέρα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Στους ανθρώπους των σαράντα, στη δική μου ηλικία, τους προτείνω να το διαβάσουν πρώτον γιατί σίγουρα οι περισσότεροι από τους συνομηλίκους μου θα έχουν μια παρόμοια ιστορία να μοιραστούν από κάποιοι γονιό που χρειάστηκε να νοσηλευτεί, με ευχάριστη ή δυσάρεστη κατάληξη. Καλό θα ήταν να το διαβάσουν και για άλλο ένα λόγο, για να θυμηθούν και εκείνοι πως κάποτε υπήρξαμε και εμείς παιδιά και κάναμε πολλά για τα οποία, καμιά φορά με αυστηρότητα ίσως, κατηγορήσαμε τον εαυτό μας. Η ζωή ενός ανθρώπου είναι ένα ταξίδι· σε αυτό το ταξίδι μέσα στη θάλασσα μπορούν να συμβούν και ευχάριστα και δυσάρεστα. Θα πρέπει πάντα να θυμόμαστε πως οι άνθρωποι που βρίσκονται γύρω μας, είναι εκεί γιατί μας αγαπάνε γι’ αυτό που είμαστε και γιατί τους αγαπάμε κι εμείς και μας αρέσει να περνάμε χρόνο μαζί τους, όπως ακριβώς κάνουν μαζί ο Δημήτρης, η Κατερίνα, η Φωτεινή και οι άλλοι πρωταγωνιστές του βιβλίου. Στους μεγαλύτερους σε ηλικία, προτείνω να το διαβάσουν γιατί θα ζήσουν την εμπειρία της ανάγνωσης μια όμορφης και συγκινητικής ιστορίας, πρωταγωνιστές της οποίας είναι απλοί και καθημερινοί άνθρωποι όπως εμείς. Με τις όμορφες στιγμές τους, τα λάθη τους, τις καινούργιες γνωριμίες και τις παλιές, το ταξίδι στη ζωή και το νόστο σε μια εποχή που ίσως να υπήρχε μια μεγαλύτερη αθωότητα και ρομαντισμός από ότι υπάρχει σήμερα στις νεότερες ηλικίες.
Για περισσότερες πληροφορίες για το βιβλίο, πατήστε ΕΔΩ
Παύλος Ανδριάς, για τον aylogyrosnews