Πως το πνεύμα του κορυφαίου γερμανού δραματουργού «πέρασε» στο σινεμά…
Η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ διοργανώνει στις 27 και 28 Απρίλη του 2013 συνέδριο αφιερωμένο στον Μπέρτολτ Μπρεχτ με τίτλο: «Μπέρτολτ Μπρεχτ: Για τους σεισμούς που μέλλονται να ’ρθούν».
Ο κύκλος των πολιτιστικών εκδηλώσεων ξεκινάει με το κινηματογραφικό αφιέρωμα για τον Μπρεχτ την Τετάρτη 5 Δεκέμβρη 2012, στον κινηματογράφο ΤΙΤΑΝΙΑ CINEMAX (Πανεπιστημίου και Θεμιστοκλέους, τηλ.: 2103811147, 2103841689), με ελεύθερη είσοδο.
Τις ταινίες, που προσφέρει η «New Star», προλογίζουν οι Τζία Γιοβάνη, κριτικός κινηματογράφου, και Κώστας Σταματόπουλος, σκηνοθέτης.
Οι ταινίες
«Η όπερα της πεντάρας» (1930, Γερμανία, κοινωνική) του Γκέοργκ Βίλχεμ Παμπστ. Με τους Ρούντολφ Φόρστερ, Καρόλα Νέχερ, Ράινχολντ Σούνζελ
Στις 31 Αυγούστου του 1928 στο Σιφμπάουερνταμ Τεάτερ του Βερολίνου ανεβαίνει για πρώτη φορά η «Όπερα της πεντάρας» του Μπέρτολτ Μπρεχτ. Με βασικούς ήρωες έναν στυγνό «επιχειρηματία» που δηλώνει φτωχός αλλά εκμεταλλεύεται τους επαίτες του Λονδίνου, έναν επίορκο αστυνομικό, έναν ληστή που λιγουρεύεται τα μεγάλα «πορτοφόλια» και μια διάσημη πόρνη, το έργο έγινε αμέσως τεράστια επιτυχία. Άλλωστε την επομένη κιόλας της πρεμιέρας τα τραγούδια και η μουσική του Κουρτ Βάιλ κατέκλυσαν τους δρόμους του Βερολίνου.
Δυο χρόνια αργότερα και ενώ το έργο είχε ανεβεί με επιτυχία σε πολλές χώρες της Ευρώπης, ο γερμανός σκηνοθέτης Γκέοργκ Βίλχεμ Παμπστ άρχισε τα γυρίσματα της «Όπερας της πεντάρας», σε δύο μάλιστα εκδοχές, τη γερμανική και τη γαλλική με διαφορετικούς ηθοποιούς στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, αλλά με τους ίδιους ηθοποιούς στους δεύτερους ρόλους και τα ίδια σκηνικά (ανάμεσα στους ηθοποιούς οι Χάραλντ Πάουλσεν και η θρυλική Λότε Λένια).
Ογδόντα πλέον χρόνια από την πρεμιέρα της ταινίας, το έργο παραμένει το ίδιο επίκαιρο και σαρκαστικό, ένα σκληρό «κατηγορώ» προς το καπιταλιστικό σύστημα και την εκμετάλλευση των αδύναμων κρίκων της κοινωνίας, των χαμηλόμισθων ή των ανέργων και την ανάγκη τους για δουλειά. Ο Μπρεχτ λέει ότι εμπόριο μπορούν να γίνουν τα πάντα –ακόμη και η ελεημοσύνη!
Η υπόθεση
Η ταινία ακολουθεί την ιστορία του Μακήθ Μέσερ ή Μακ του Μαχαιροβγάλτη. Ενός δολοφόνου, βιαστή, εμπρηστή και κλέφτη. Ο Μακήθ, εμφανίζεται ως αξιοπρεπής κύριος με το στενό του κοστούμι, το γκρι του καπέλο και την ακριβή πίπα τσιγάρου από ελεφαντόδοντο, κι έτσι ρίχνει εύκολα τους άλλους στα δίχτυα του. Γι’ αυτόν τα μαθαίνουμε όλα από έναν πλανόδιο μουσικό, που διασκεδάζει το πλήθος στο δρόμο, λέγοντας ιστορίες με τα κατορθώματα του περιβόητου κακοποιού. Στην ιστορία μπαίνει τώρα ο Ιερεμίας Πήτσαμ, ο οποίος δηλώνει φτωχός, αλλά είναι ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης εταιρείας ζητιάνων στο Λονδίνο, την «Τζόναθαν Τζερεμάια Πήτσαμ ΑΕ». Ο Πήτσαμ προσλαμβάνει ανέργους και τους εκμεταλλεύεται, μετατρέποντάς τους σε «εξειδικευμένους» ζητιάνους που εργάζονται γι’ αυτόν. Ο Μακήθ ερωτεύεται την όμορφη Πόλυ, κόρη του Πήτσαμ, ενώ βάζει στο μάτι και την «επιχείρησή» του. Έτσι, παντρεύεται κρυφά την Πόλυ με σκοπό να βάλει χέρι στα κέρδη. Ο γάμος γίνεται σε μια σκονισμένη υπόγεια αποθήκη, διακοσμημένη πολυτελώς με κλεψιμαίικα από τα καλύτερα μαγαζιά του Λονδίνου και με την παρουσία ζητιάνων και ληστών, αλλά και του Τάιγκερ Μπράουν (ή Μπράουν ο Τίγρης), αρχηγού της αστυνομίας και κολλητού του Μακήθ! Όταν ο Πήτσαμ το μαθαίνει, καταλαβαίνει ότι η «εταιρεία» του κινδυνεύει, και αποφασίζει να εκδικηθεί τον Μακήθ. Προσπαθεί λοιπόν να τον καταδώσει στην αστυνομία, και απειλεί τον Τάιγκερ Μπράουν πως αν δε συλλάβει τον Μακήθ, θα οργανώσει εξέγερση όλων των ζητιάνων της πόλης με σκοπό τη διατάραξη της επικείμενης στέψης της βασίλισσας. Ο Τάιγκερ προειδοποιεί τον Μακήθ, και ο Μακήθ καταφεύγει στην Τζένη, την ερωμένη του, ζητώντας της να τον κρύψει. Η Τζένη όμως θα τον προδώσει από ζήλια και θα τον παραδώσει στην αστυνομία. Ο Μακήθ κλείνεται στη φυλακή, περιμένοντας την κρεμάλα. Εν τω μεταξύ, η Πόλυ έχει αναδειχτεί σε εξαιρετική αρχηγός των ζητιάνων –παίρνοντας την «κλίση» του πατέρα της. Η πανουργία του Πήτσαμ βρίσκει συνεργό την πεποίθηση του Μακήθ ότι όλα λύνονται με απειλές και χρήμα, κι έτσι, συμφωνούν από κοινού ότι ο πιο εύκολος τρόπος να ληστεύουν τους άλλους δεν είναι πλέον με τον παράνομο τρόπο, αλλά με την ίδρυση μιας τράπεζας, μέσω της οποίας θα ληστεύουν τους άλλους νόμιμα! Έτσι, με αυτό το «χαρούμενο» τέλος, μένουν όλοι ευχαριστημένοι!
«Kuhle Wampe - Σε ποιον ανήκει ο κόσμος;» (1932, Γερμανία, κοινωνική) του Σλάταν Ντούντοφ με τους Χέρτα Τιέλε, Ερνστ Μους, Μάρτα Βόλτερ.
Το Kuhle Wampe ήταν μια κατασκήνωση έξω από το Βερολίνο στα χρόνια της άνθισης του ναζισμού. Όμως το Wampe στην βερολινέζικη διάλεκτο σημαίνει επίσης «στομάχι», και ο τίτλος κάνει ένα λογοπαίγνιο και υποδηλώνει «Άδειο στομάχι», δείχνοντας τη φτώχεια και την πείνα της εργατικής τάξης. Γραμμένο από τον Μπρεχτ και τον Ερνστ Οτβαλντ, το «Kuhle Wampe» ανήκει στις πιο γνήσια «μπρεχτικές» ταινίες που έχουν γυριστεί ποτέ. Το αποστασιοποιημένο παίξιμο των ηθοποιών, η ηχητική αντίστιξη, οι εσκεμμένες ανακολουθίες, στοιχεία που συναντάμε σε όλα τα θεατρικά έργα του Μπρεχτ ενώνονται σε ένα ριζοσπαστικό δείγμα της αποκαλούμενης Νέας Αντικειμενικότητας, δηλαδή της τάσης της εποχής στη Γερμανία για τέχνη με κοινωνική συνείδηση και ντοκιμαντερίστικη απόδοση της υπόθεσης. Με γυρίσματα κυρίως σε πραγματικές τοποθεσίες, το Kuhle Wampe χρησιμοποιεί με λιτότητα το μελόδραμα, για να αναλύσει την ανεργία μέσα από μια οικογένεια Γερμανών εργατών.
Η ταινία μιλάει για τους Βερολινέζους εργάτες και ανέργους, κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης που συγκλόνισε τον καπιταλιστικό κόσμο, στα τέλη της δεκαετίας του 1920. Μιλάει για την εξαθλίωση που φέρνουν οι καπιταλιστές στην εργατική τάξη, για τις αιτίες της καπιταλιστικής κρίσης, για τις «αξίες» του εκμεταλλευτικού συστήματος που σαπίζει, αλλά και το δρόμο που έχει διαλέξει η εργατική τάξη, για την ανατροπή της εκμεταλλευτικής κοινωνίας.
Τέχνη με κοινωνική συνείδηση
Το «Kuhle Wampe» είναι η πρώτη γερμανική ομιλούσα ταινία με θέμα την εργατική τάξη, λίγο πριν οι ναζί αλλάξουν την πορεία της Ιστορίας. Είναι το πιο ριζοσπαστικό δείγμα της αποκαλούμενης Νέας Αντικειμενικότητας, δηλαδή μιας τάσης της εποχής εκείνης στη Γερμανία, για τέχνη με κοινωνική συνείδηση και ντοκιμαντερίστικη απόδοση της υπόθεσης. Με γυρίσματα κυρίως σε πραγματικές τοποθεσίες, το «Kuhle Wampe» χρησιμοποιεί με λιτότητα το μελόδραμα, για να αναλύσει την ανεργία μέσα από μια οικογένεια Γερμανών εργατών.
Πρόκειται για ένα συλλογικό κινηματογραφικό εγχείρημα, καθώς στην ταινία συμμετέχουν εκατοντάδες ερασιτέχνες εργάτες, 4.000 εργάτες–αθλητές του Αθλητικού Εργατικού Ομίλου Φίχτε και το πιο διάσημο εργατικό θέατρο δρόμου της εποχής. Επίσης, στην ταινία συμμετέχουν συνολικά 300 τραγουδιστές και τραγουδίστριες.
Γυρίστηκε μέσα σε αντίξοες συνθήκες. Ήταν παραγωγή μιας κομμουνιστικής κινηματογραφικής εταιρείας με μηδαμινούς πόρους, ενώ ο χώρος των γυρισμάτων δεχόταν επιθέσεις από φασιστικές ομάδες, γι’ αυτό και περιφρουρούνταν από μέλη του Κόμματος!
Η ταινία με την κυκλοφορία της βρήκε αμέσως θυελλώδη αντίδραση από τα συντηρητικά στοιχεία. Η προβολή της απαγορεύτηκε λόγω του έντονου πολιτικού της μηνύματος, της ανοιχτής απεικόνισης θεμάτων–ταμπού, όπως αυτοκτονία, έκτρωση, φτώχεια, αλλά και της ξεκάθαρης κομμουνιστικής θέσης της και της αισιοδοξίας για μια σοσιαλιστική κοινωνία. Ταυτόχρονα, κατηγορήθηκε ότι παρουσίαζε την κυβέρνηση, το πολιτικό σύστημα και τη θρησκεία πολύ αρνητικά. Ύστερα από έντονες διαμαρτυρίες, όμως, η απαγόρευση άρθηκε και προβλήθηκε μια εκδοχή της ταινίας, κομμένης, όμως, με νέο μοντάζ.
Τα μαχητικά επαναστατικά μηνύματα της ταινίας ενισχύονται από τη δυναμική μουσική του Χανς Άϊσλερ και κυρίως το εξαιρετικό «Τραγούδι της αλληλεγγύης». Η μουσική του Άϊσλερ και οι στίχοι του Μπρεχτ αποτελούν γροθιά στη νοοτροπία των αστών και εμπνέουν αδελφοσύνη και δικαιοσύνη.
«Και οι δήμιοι πεθαίνουν» (1943, ΗΠΑ, πολεμικό - πολιτικό δράμα) του Φριτς Λανγκ, με τους Μπράιν Ντονλίβι, Γουόλτερ Μπρέναν, Ανά Λι
Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής της Τσεχοσλοβακίας ένας χειρουργός πατριώτης (Μπράιαν Ντονλίβι) δολοφονεί τον "Δήμιο της Ευρώπης" Ράινχαρντ Χάιντριχ. Τραυματίζεται όμως και στη προσπάθειά του να διαφύγει λαμβάνει βοήθεια από ένα καθηγητή Ιστορίας (Γουόλτερ Μπρέναν), ο οποίος παρακολουθείται από τους Ναζί και την κόρη του (Ανά Λι). Ως αντίποινα για τη δολοφονία αποφασίζεται η εκτέλεση 400 πολιτών της Πράγας, συμπεριλαμβανομένου του Καθηγητή αν δεν αποκαλυφθεί ο δολοφόνος. Ο Μπρεχτ έγραψε το σενάριο τού πιο πολιτικού ίσως έργου του σπουδαίου Φριτς Λανγκ το οποίο μαρτυρά τις αριστερές θέσεις του. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης κατέτασσε την ταινία στις καλύτερες της αμερικανικής περιόδου του.
Το σενάριο βασίζεται στο πραγματικό γεγονός της δολοφονίας από Τσέχους αντάρτες ενός ναζί αξιωματικού, του Ράινχαρντ Χάιντριχ, ο οποίος φημιζόταν για τη σκληρότητά του και συμβόλιζε γενικότερα όλη τη βαρβαρότητα του Γ' Ράιχ. Από εκείνο το σημείο και μετά ξεκινάει μια διαδικασία ερευνών σε όλη την πόλη για την εξεύρεση των τότε «τρομοκρατών», που στόχο είχε την τρομοκράτηση του τσέχικου λαού, τη διάσπασή του, τη δημιουργία χαφιέδων, τη δολοφονία τελικά απλών πολιτών–ομήρων εφόσον δεν παραδίδονταν οι «ένοχοι». Παρ’ όλα αυτά, ο τσέχικος λαός παραμένει ενωμένος, δεν ενδίδει στις απειλές, παρά το γεγονός ότι και συγγενικά τους πρόσωπα ήταν υποψήφια θύματα εκτελέσεων από τους Γερμανούς. Καταλαβαίνει πως το να παραδώσει τους «ενόχους» δε θα σταματήσει την αιματοχυσία και καλύπτει τελικά τους αντάρτες.
Το συγκεκριμένο έργο προσεγγίζει τη συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα, που στο σήμερα αποκτά μια ιδιαίτερη σημασία, με βάση τις εξελίξεις στον κόσμο και αναδεικνύει το έργο, καθιστώντας το τραγικά επίκαιρο.
«Ο αφέντης Πουντίλα και ο δούλος του Μάτι» (1960, Γερμανία, δραματική κομεντί - μιούζικαλ) του Αλμπέρτο Καβαλκάτι με τους Κουρτ Μπόις, Χάινζ Ενγκελμαν, Μαρία Εμο.
Ένα από τα ωριμότερα έργα του μεγάλου αυτού δραματουργού, το οποίο έγραψε στην εξορία. Καθώς προελαύνουν τα χιτλερικά στρατεύματα, ο Μπρεχτ αυτοεξορίζεται. Μετά τη Δανία και τη Σουηδία, όπου γράφει το 1939 τη Μάνα Κουράγιο και τον Καλό άνθρωπο του Σετσουάν, φτάνει το 1940 στη Φινλανδία. Εκεί τον φιλοξενεί στο κτήμα της η συγγραφέας Χέλλα Βουολιγιόκι, της οποίας πολλά αφηγήματα μιλούν για την αγροτική ζωή και τους γαιοκτήμονες της Φινλανδίας. Από αυτά τα κείμενα αντλεί ο Μπρεχτ την έμπνευση για το έργο του «Ο αφέντης Πούντιλα και ο δούλος του ο Μάττι» και βέβαια από την επαφή του με το Φινλανδικό τοπίο, που είναι έντονο στο έργο. Ο Μπρεχτ πάνω στα πρότυπα των επεισοδίων και των παλιών λαϊκών επών, στήνει μέσα σε μια ατμόσφαιρα ποιητικού λαϊκού πανηγυριού, μια κωμωδία γεμάτη μουσική και χρώματα, προβάλλοντας τις ταξικές σχέσεις και διαφορές μιας κοινωνίας που ζει μέσα στο γαλήνιο τοπίο της Φινλανδικής εξοχής.
Ιστορίες βασισμένες στα λαϊκά αναγνώσματα ενός λαού, που μέσα από το χιούμορ, τη συγκίνηση, τη σκληρότητα και τον λυρισμό, αναδεικνύουν την καθολικότητά και τη διαχρονικότητά τους.
Στο έργο αυτό στηρίχθηκε η ομώνυμη ταινία του Αλμπέρτο Καβαλκάντι, που θα παρουσιαστεί σε πρώτη πανελλήνια προβολή. Σενάριο: Hella Wuolijoki, σε συνεργασία με τον Μπρεχτ. Ο Curt Bois, που όλοι τον θυμούνται ως τον γλοιώδη κλέφτη στην «Καζαμπλάνκα», πρωταγωνιστεί ως Puntila, ένας μοχθηρός Φινλανδός ιδιοκτήτης, ο οποίος αλλάζει και γίνεται καλός όποτε είναι μεθυσμένος (αποχρώσεις από την ταινία του Τσάπλιν City Lights). Ο σοφέρ του Puntila (Heinz Engelman) μοιράζεται αρκετές άσεμνες περιπέτειες μαζί με το αφεντικό του και σε ένα σημείο βρίσκεται αρραβωνιασμένος με την έφηβη κόρη του Puntila την Eva (Maria Emo).
Ο Μπρεχτ, μας ταξιδεύει στα όμορφα δάση του Βορρά για να μας μιλήσει για την ιστορία του γαιοκτήμονα Γιόχαν Πούντιλα, ενός «θηρίου προϊστορικού», που χρησιμοποιώντας την πονηριά και το μεθύσι του, κινείται με άνεση ανάμεσα στην αθωότητα και την ωμή χυδαιότητα. Ο Αφέντης Πούντιλα εξουσιάζει ανθρώπους, σχέσεις και καταστάσεις, αποκαλύπτοντας το μεγάλο χάσμα που χωρίζει την ιδιοκτησία από την εργατική τάξη. Αποφασισμένος να διατηρήσει τη δύναμη του, αλλά και να διαχειριστεί τη μοναξιά της ψυχής του, έρχεται αντιμέτωπος με την ανθρωπιά και την αξιοπρέπεια των ανθρώπων που δουλεύουν για αυτόν, προσπαθώντας να εξασφαλίσουν την επιβίωση τους.
Ο δούλος του ο Μάττι, ένας απόλυτα ελεγχόμενος χαρακτήρας είναι, ο ιδανικός υπηρέτης, πιστός και ειλικρινής, που όμως με τη τελική του αναχώρηση, δείχνει το δρόμο για την απελευθέρωση και την επανάσταση. Δίπλα σε αυτόν, εργάτες, υπηρέτριες, γυναίκες του μεροκάματου και της φτώχειας, προσπαθούν να κατανοήσουν άλλοτε με χιούμορ και άλλοτε με πίκρα τα όρια της ανθρώπινης αντοχής και της θηριώδους εκμετάλλευσης. Ακόμα και η ίδια η κόρη του Πούντιλα, προικισμένη από όλα τα επηρμένα χαρακτηριστικά της αστικής τάξης, προσπαθεί να εναντιωθεί στην ηγεμονία του πατέρα της, κάνοντας τη δική της μικρή επανάσταση μέσα από τον παράφορο ενθουσιασμό της νεότητάς της. Οι καλές προθέσεις της όμως δεν καταφέρνουν να ξεπεράσουν το ταξικό της σύνορο. Ο Μάττι, όμως, είναι άνθρωπος δυνατός, με ανοιχτό μυαλό και συσσωρεύει πείρα, συνειδητοποιείται ταξικά, εξελίσσεται στη διάρκεια του έργου και οδηγείται στην αναπόφευκτη ρήξη. Είναι αυτός που εκπροσωπεί την προοπτική του λαϊκού κινήματος.
Αναλυτικά το πρόγραμμα των προβολών έχει ως εξής:
Τετάρτη 5 Δεκέμβρη (20.30) και Κυριακή 9 Δεκέμβρη (11.30):«Η όπερα της πεντάρας» (Γερμανία 1931), σκηνοθεσία Γκέοργκ Βίλχεμ Παμπστ, μουσική Κουρτ Βάιλ, με τους Λότε Λένια, Ρούντολφ Φόστερ, Κάρολα Νέχερ.
Τετάρτη 12 Δεκέμβρη (20.30) και Κυριακή 16 Δεκέμβρη (11.30):«Κούλε Βάμπε ή Σε ποιον ανήκει ο κόσμος;» (Γερμανία 1931). Σενάριο Μπ. Μπρεχτ - Ερνστ Οντβαλντ, σκηνοθεσία Ζλάταν Ντούντοφ, μουσική Χανς Αϊσλερ.
Τετάρτη 19 Δεκέμβρη (20.30) και Κυριακή 23 Δεκέμβρη (11.30):«Και οι δήμιοι πεθαίνουν» (ΗΠΑ, 1943). Σενάριο Μπ. Μπρεχτ - Φριτς Λανγκ, σκηνοθεσία Φριτς Λανγκ, σε πρώτη πανελλήνια προβολή.
Τετάρτη 26 Δεκέμβρη (20.30) και Κυριακή 30 Δεκέμβρη (11.30):«Ο Αφέντης Πούντιλα και ο υπηρέτης του ο Μάττι» (Γερμανία, 1960). Σενάριο Χέλα Βουολιγιόκι σε συνεργασία με τον Μπρεχτ, σκηνοθεσία Αλμπέρτο Καβαλκάντι, σε πρώτη πανελλήνια προβολή.
(ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 02-12-2012 - ΚΕΙΜΕΝΑ: ΣΟΦΙΑ ΑΔΑΜΙΔΟΥ)