Δεν είναι κρίμα και άδικο, μεγάλη αμαρτία να μας στερούν έτσι ξαφνικά του παρελθόντος τα μεγαλεία; Πως θα μπορέσουμε να ζήσουμε τώρα χωρίς τις ανέσεις του χθες και τον πλούτο που είχε εξέχουσα θέση στη ζωή μας; Πως μας ζητάνε να σβήσουμε από τη μνήμη μας, με το έτσι θέλω, το πλούσιο πρόγραμμα της καθημερινότητας; Πως;
Αχ! Τουλάχιστον θα έχουμε να θυμόμαστε ότι κάθε πρωί, από μωρά ακόμα, μας ξυπνούσε μια αιθέρια ύπαρξη, η νταντά μας, με τραγουδάκια και αισθησιακά φιλάκια, μας έδινε με το μπιμπερό του πουλιού του γάλα και μας πήγαινε άτα στο Hilton και στο Caravel για να παίξουμε με τ’ άλλα παιδάκια.
Στα διαλείμματα μας έδινε ζωμό πιγκουΐνου και αυγό στρουθοκαμήλου για να έχουμε τρυφερή επιδερμίδα και γερούς μυς.
Και μετά, ωωω μετά! Μας έπαιρνε αγκαλιά, μας ακουμπούσε στο στήθος της για να ρευτούμε και μας χάιδευε βασανιστικά ερεθιστικά την πλατούλα για να χαλαρώσουμε και να συνεχίσουμε τη βολτούλα μας.
Όλα τα μουσεία παίρναμε σβάρνα, σ’ όλες τις γκαλερί κάναμε αισθητή την παρουσία μας και όπου μας έλεγαν φίλοι και γνωστοί ότι υπάρχουν τηλεοπτικές κάμερες, είμαστε πρώτη μούρη.
Το μεσημέρι που γυρίζαμε στο σπίτι, η οικονόμα τα είχε όλα έτοιμα και όλοι καθόμαστε στο τραπέζι για να μιλήσουμε για τα δρώμενα και να τσιμπήσουμε και κάτι, από τα γνωστά, σχεδόν καθημερινά φαγητά, που εμένα προσωπικά μου είχαν γίνει κουραστικά.
Φιλέτο δελφινιού, μάτια αετού με αυγά χελιδονιού, μπριζόλες λιονταριού, παϊδάκια κοάλα, μπιφτέκια από κρέας τζάγκουαρ, σούπα καρχαρία, κ.α.
Όσο για ποτό, ο μπαμπάς είχε αδυναμία στα κρασιά ξένων χωρών, σε αντίθεση με τη μαμά που έπινε κοκτέιλ από χυμούς φρούτων, ευχόμενη κάθε φορά να μπορέσει κάποια στιγμή να ζήσει όπως ζουν οι πλούσιοι…
Μετά τον υπνάκο που έριχνε όλη η οικογένεια, ο καθένας είχε το δικό του πρόγραμμα. Εγώ παιχνίδι και χαρά στα kids club, ο μπαμπάς σε μουράτα ξενοδοχεία συντροφιά με… μωρά και η μαμά στο γυμναστήριο παρέα με μπρατσαράδες και αγοράκια… έτοιμα για όλα.
Το μεγάλο πρόβλημα όμως της οικογένειας ήταν ότι δεν μπορούσαμε να ξοδέψουμε τα χρήματα που έβγαζε ο μπαμπάς από τις φυτείες του και τα επιδοτούμενα προγράμματα που πάντα καβάτζωνε από τα «αλάνια» όπως τα αποκαλούσε.
Είχε πέντε αυτοκίνητα, ένα ελικόπτερο, δυο κότερα για να μην έχουμε πρόβλημα με το δακτύλιο, και ένα μικρό πουλμανάκι για τις οικογενειακές μας μετακινήσεις.
Και τώρα, έρχεται ένας κύριος, που αντί να πετάει τη σκούφια του που ζούμε μια χλυδάτη ζωή, μας λέει τέλος στις κακές συνήθειες και τα κεφάλια μέσα.
Γιατί ρε γαμώτο! Τι του κάναμε και θέλει να μας καπελώσει με τους ξένους φίλους του, και να μας στριμώξει σ’ ένα νέο στυλ διαβίωση 89 δις ευρώ, υπό κατοχή! Μας ρώτησε;
Γιατί μας επιβάλει να ξεχάσουμε τη «φτώχεια» μας;
Παύλος Ανδριάς